ΝΑΤΑΣΑ ΡΕΝΤΗΦ - Ετερόφωτος

ΝΑΤΑΣΑ ΡΕΝΤΗΦ – Ετερόφωτος από την Σοφία Στρέζου

Ο «Ετερόφωτος», είναι η πρώτη ποιητική συλλογή της Νατάσας Ρεντήφ, που κυκλοφόρησε το 2013, από την ΑΝΕΜΟΣ ΕΚΔΟΤΙΚΗ.

Δεν πρόκειται για μια αμιγώς ποιητική συλλογή, εξ αιτίας της συνύπαρξης της περιγραφικής αφηγηματικής, στην προμετωπίδα  των ποιημάτων. Όλη η γραφή υποκινείται από την «παρουσία» του Ετερόφωτου, για να υπογραμμισθεί η καταλυτική δράση της απουσίας του. Αφήνεται σε χρώματα πόνου, σε αυταπάτες που επουλώνουν πληγές, στις εκκρεμότητες του χρόνου.

Η ποιήτρια, ανασκάφτει συναισθήματα με ξέφρενους ψιθύρους, στα σκληρά περιβλήματα της νύχτας. Οι λέξεις επιλεκτικά καταγράφουν τη λατρεία, στις τρυφερές επαληθεύσεις της λύπης. Επιθυμεί να ξεδιψάσει η φαντασία, από τη δύναμη της νοσταλγίας, για χάρη της ελευθερίας. Οι λέξεις γίνονται τα φθονερά όπλα που θα πολεμήσουν την ακατάλυτη ανάγκη για έκφραση. Για να απλωθεί η σιωπή και να μεταμορφωθεί σε λόγο, στα καταφύγια άγραφων σελίδων, που πρέπει να γραφτούν. Οι λέξεις λιποτακτούν, για να φωτίζουν αδιάσχιστους δρόμους που πρέπει να διασχιστούν, στα ναρκοθετημένα πεδία της ανάμνησης.

Ετερόφωτος Ι

Ο άντρας καθισμένος απέναντί μου στην άλλη άκρη του τραπεζιού!
Δεν τον βλέπω, δεν τον ακούω, δεν τον απομακρύνω. Μόνο, κρυμμένη πίσω από διάφανα βαριά κρύσταλλα, φθονώ τις λέξεις μου. Αυτές θα στολίσουν τον μονόλογό του.

Στα ποιήματα ανακαλύπτεται η εικονοληπτική σύνθεση, που ανασύρει από ένα κοντινό παρελθόν βιώματα. Ανιχνεύεται μια διαλεκτική υποκριτικής στους σκηνικούς εξομολογητικούς μονολόγους. Ρέει ο λόγος, στην παραστατική αναπαράσταση των ρόλων και των στοιχείων, που αποτελούν το σκηνικό της θεατροποιημένης ανάπλασης. Στο πολύ ή στο ελάχιστο της αλήθειας, ο αναγνώστης γίνεται ο θεατής μιας ματαιότητας, στην αναζήτηση της ουτοπίας.

Το αιώνιο ιδανικό της αγάπης, οδηγείται στον πυρήνα της καταιγίδας, αφού εξελικτικά, έχει προηγηθεί το πέρασμά της από το ιδανικό της ελευθερίας. Η αρχική ανιδιοτελής ερωτική σχέση, έχει ήδη κατεδαφισθεί, στις παλιές κρυψώνες της αγάπης. Στα ερείπια, τα υλικά της κατεδάφισης, ψιθυριστά φωνάζουν τον ήχο της απουσίας.


Ετερόφωτος VI

Καμιά φορά με αναζητά με το βλέμμα και αφήνεται να οδηγηθεί κοντά μου, στον πυρήνα της παγίδας, καταστρέφοντας αδέξια την ευκαιρία να ξεδιψάσει τη φαντασία του.

Έρωτας ελεύθερος

Έρωτας ελεύθερος, δικός μου.
Καπνός με χείλη, δάχτυλα, μαλλιά και πόδια
να σε σφίγγουν .
Να σε οδηγούν στις παλιές κρυψώνες της αγάπης,
ακόμη κι αν εγώ δεν είμαι κει.

Σε φιλώ

Έρωτας δικός μου.
Να σε νιώθω να επιθυμείς,
ακόμη κι αν δεν επιθυμείς εμένα.
Τι επιθυμείς;
Τι θα σε κάνει να τρέμεις;
Να είσαι ελεύθερος;
Αυτόν τον έρωτα θέλω για σένα.
Μόνο να νιώθεις
ακόμα κι αν δεν με νιώθεις.

Σε θέλω

Να ζητάς. Ν’ απαιτείς.
Να είσαι μέσα μου κι ας μη σ’ έχω.
Να είμαι γύρω σου κι ας μην υπάρχω.
Είμαι παντού, μα δεν με βλέπεις. Δεν φοβάσαι.
Τυλίξου γύρω μου, φιλί.

Σε τυλίγω

Εξαφάνισέ με και συνέχισε λεύτερος.
Αφού πρώτα σε γευτώ σε άλλη γλώσσα,
με άλλη γλώσσα.
Εγώ είμαι
ό,τι έχεις σκεφτεί, ό,τι έχεις γράψει,
ό,τι έχεις θελήσει.
Ψιθυρίζω τους ήχους σου.
Φωνάζω τις σκέψεις σου.
Σου θυμίζω, με χέρια δυνατά, νευρικά,
μιλούν στο σώμα σου, στη γλώσσα μας.
Οι σκέψεις σου μέσα μου, σάρκα.
Οι επιθυμίες, αίμα.

Σε αφήνω

Είσαι ελεύθερος.

 
Βασανιστικά ο έρωτας διεισδύει στο μυαλό στην ψυχή και την σκέψη. Απροειδοποίητα, κατοικοεδρεύει στα ενδογενή κύτταρα της μνήμης, για να ανακαλεστεί στο πρώτο χτύπημα της μυρωδιάς του. Θα πει η ποιήτρια: «Δεν έχω ανάγκη τη θύμησή σου/Πρώτη με χτυπάει η μυρωδιά σου»,
Τα ψυχολογικά σχεδιαγράμματα, αποκτούν ποιητική φόρμα στις εξομολογητικές ακινητοποιήσεις των συναισθημάτων. Το μέχρι χθες πλησίασμα, φαίνεται πως χάθηκε στις παρυφές της επιλεκτικότητας.
Να είσαι με κάποιον ή να μην είσαι;
Κι αν δεν είσαι;
Πως γίνεται να αναρωτιέσαι για το που κρύφτηκε το αντάμωμα της αγάπης;

Η Νατάσα Ρεντήφ, μέσα από υπαινικτικές ερωτήσεις, δίνει εύγλωττες απαντήσεις, στην προσωπική της κατάθεση. Με λέξεις απλές στη λιτότητα του λόγου, δίνει τις απαραίτητες επεξηγήσεις για την συμπεριφορά του δικού της «Ετερόφωτου».

 
Ετερόφωτος ΧΙ

Όλο και πιο συχνά, όλο και πιο δυνατά, χτυπάει το κουτάκι που την έχει κλειδωμένη και με αυθάδεια απαιτεί την ελευθερία της. Όταν αυτό δεν πιάνει, προβάλλει την ανεπιτήδευτη ομορφιά της, για να του θυμίσει το πρώτος τους σμίξιμο.

Δική σου

Δεν αναρωτιέμαι.
Βρήκες τον τρόπο να μετατοπίσεις το κέντρο μου
και να θρονιαστείς στη θέση του.
Είχες και βοήθεια, καθώς βύθισα τον ωκεανό μου
και σε αφήνω να σκαρφαλώνεις με προσποιητή άνεση
στις παρυφές των λόφων που ξεπροβάλλουν δειλά.
Δεν έχω ανάγκη τη θύμησή σου.
Πρώτη με χτυπάει η μυρωδιά σου.
Προσπαθεί να διαπεράσει τους ανοιχτούς μου πόρους,
αλλά συναντά εμπόδια και θυμωμένη μου αλλοιώνει
τα κύτταρα της μνήμης.
Την αφήνω.
Ο ιδρώτας σου αναβλύζει, λες και του απαγόρευες την έξοδο
για καιρό. Ξεχύνεται και απαιτεί απολαύσεις.
Γέρνεις πίσω αποκαμωμένος και γεμάτος, ζητώντας την ανάσα
που θα σε ξαναβυθίσει μέσα μου.
Το αποτύπωμα του κορμιού σου, σκιά στο λευκό σεντόνι,
ζωντανεύει κι ορθώνεται μπροστά μου.
Υγρό.
Υγρό και διψασμένο.
Όπως ήσουν κι εσύ λίγο πριν το εγκαταλείψεις.
Τυλίγομαι πάνω του.
Όπως ήμουν τυλιγμένη πάνω σε σένα
λίγο πριν μ’ εγκαταλείψεις.
Μένω μέχρι το πρώτο φως.
Το σεντόνι τώρα στεγνό και άοσμο.
Μα όχι, με σήκωσες ψηλά.
Με σήκωσες και με πήρες μαζί σου.
Δεν έχω ανάγκη τη θύμησή σου πια.
Είμαι δική σου.

 
Σε επιτραπέζιους χάρτες το ταξίδι συρρικνώνεται. Μέσα από αναθυμήσεις συναισθημάτων που στοιχειώνουν φόβους, σε χαμένους χρόνους. Μια άσκοπη περιπλάνηση σε μουσικές σε φεγγάρια σε παραμύθια στο ψέμα που ζητά να γίνει αλήθεια.
Η Νατάσα Ρεντήφ αισθητικά θα ζήσει όλα αυτά, για να βρει μετά τα κομμάτια της, σε ερημικά τοπία λύπης.

Ο «Ετερόφωτος» αποδέκτης, θα αφήσει να χαθεί η αγάπη στη γη που ορίζει;
Ή μήπως θα αφήσει την ποιήτρια να ταξιδεύει μοναχικά τις λέξεις της, στην ερωτική θλίψη;
Θα μπορέσει να συμφιλιωθεί και να ενταχθεί στα φλογιστά σημάδια του αέρα;
Θα ενδυθεί την έντονη οδύνη, ή θα φυλάξει τους στίχους του Νίκου - Αλέξη Ασλάνογλου.
«Ακόμα μια νύχτα σπαταλημένη. Ακόμα μια  νύχτα / κάτω από τους ίδιους αστερισμούς. Περιμένουμε / χωρίς να περιμένουμε, / ελπίζουμε χωρίς να ελπίζουμε»

Η Νατάσα Ρεντήφ, δεν θα κλειστεί στην όποια εσωστρέφεια που αναδύουν οι απουσίες. Αντίθετα, με λέξεις θα καταγράψει εικόνες και συναισθήματα, υπογραμμίζοντας με ενδελέχεια την προσωπική της παρουσία, στα υπομνήματα της έλλειψης, του δικού της «Ετερόφωτου».

 
Ετερόφωτος ΧΙV

Ξεδιπλώνω επιτραπέζιους χάρτες. Γίνομαι ταξίδι. Σβήνω τα νούμερα από τις πλάτες των περασμένων του χρόνων. Μ’ αφήνει να τον ακολουθώ. Που και που γυρνά το κεφάλι απορημένος: «Γιατί με στοιχειώνεις;» Υπακούω. Μένω. Ρίχνω μία μία τις λέξεις μου στη μάχη. Φλογιστά σημάδια στον αέρα. Φόβοι.

Μένω

Σ’ ατέλειωτα ταξίδια ο χρόνος σου χαμένος,
παραμυθένιος.
Ορίζεις γη
και την κυκλώνεις.
Φοβίζεις την αγάπη μου.
Κι ό,τι δεν τόλμησες να δώσεις
μου το χρεώνεις.

Ζητάς να μείνω;

Για πόσες μουσικές να μείνω ακόμα;
Πόσα φεγγάρια
για πόσα παραμύθια;
Πες μου το ψέμα που ζητώ.
Ταξίδεψέ το
να γίνει αλήθεια.

Μου λες να περιμένω το φεγγάρι να γεμίσει,
για ν’ αγαπήσει
τις άδειες λέξεις
και με σκοτώνεις.
Μαζεύεις τα κομμάτια μου.
Κι ό,τι δεν μπόρεσα να γίνω
μπροστά μου απλώνεις.

Ζητάς να μείνω;

ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ - Σοφία Στρέζου «Της μνήμης... κόκκινη θάλασσα», από την Σοφία Ασλαματζίδου και την Έμυ Τζωάννου

ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ - Σοφία Στρέζου «Της μνήμης... κόκκινη θάλασσα», από την Σοφία Ασλαματζίδου και την Έμυ Τζωάννου. Την παρουσίαση προλόγισε με τον δικό του ξεχωριστό τρόπο ο Γιάννης Φιλιππίδης, συγγραφέας και εκδότης της ΑΝΕΜΟΣ ΕΚΔΟΤΙΚΗ. Στην απαγγελία των ποιημάτων η Σοφία Στρέζου.


Σοφία Ασλαματζίδου

Καλησπέρα σας.

Είναι μεγάλη η χαρά μου απόψε, που βρίσκομαι σ’ αυτόν τον όμορφο, ζεστό χώρο, δίπλα σε μια μεγάλη κυρία, ποιήτρια, αληθινή φίλη και ξεχωριστό άνθρωπο, τη Σοφία Στρέζου.

Αισθάνομαι πραγματικά συγκινημένη, που μου έκανε την τιμή και με επέλεξε, να μιλήσω για το βιβλίο της, δίνοντάς μου την ευκαιρία να ξεδιπλώσω προσωπικές μου σκέψεις, διαβάζοντάς το, καθώς η ποίηση, αλλά και η γραφή της ειδικά, αποτελούν για μένα σημαντικό ερέθισμα εξερεύνησης, του ξεχωριστού εσωτερικού της κόσμου.

Η αρχή των στίχων - απόσπασμα

Ψάχνω ακόμα την αρχή
για να ξεκινήσω άλλο ένα ταξίδι
στην άκρη των στίχων
κι ούτε που με νοιάζει ο σκοπός

Το ποιητικό βιβλίο, «Της μνήμης….. κόκκινη θάλασσα», με μεστό περιεχόμενο, έρχεται να δηλώσει, ότι η ποιήτρια Σοφία Στρέζου, αξιοποιεί κατά τον καλύτερο τρόπο, την αναμφισβήτητη ευαισθησία της. Μέσα στο πολύ προσεγμένο περιεχόμενο του βιβλίου αυτού, ανιχνεύονται οι εν γένει σχέσεις της ποίησής της, με συναισθηματικές καταστάσεις, που φορτίζουν την ύπαρξή μας.

Η δικαιολογημένη ηθική διαδικασία της αναζητά με μνημονικές επιστροφές, θα έλεγα, σε στιγμές και καταστάσεις του παρελθόντος βίου της, προκειμένου έτσι, να στοχαστεί το νόημα του κυλίσματος του χρόνου, για να επιτρέψει το επόμενο συνειδητοποιημένο βήμα της πορείας της. Θεωρώ, ότι προσβλέπει με στοχαστική επιτυχία στη συλλογικότητα της ύπαρξης, από την οποία προκύπτει η μοναξιά, η απουσία, η έλλειψη, ο χρόνος, η συνθηκολόγηση με το ανέφικτο, που συνειδητά γνωρίζει. Αναφέρει στο ποίημα, …

Ποιμένες του χρόνου - απόσπασμα

Ξέρω τώρα …
πως ταξιδεύεις στην ανατολή
νέων επιδιώξεων
που καίνε την ανάγκη προσδοκιών ανένταχτων
στης μοίρας το κάλεσμα
στην κατάργηση ανειλημμένων επαφών
με το ανέφικτο».

Η μνήμη αιμορραγεί.  Συγκατοικεί με τον ακούσιο μα προβλεπόμενο χωρισμό, καθοδηγώντας την ποιητική ροή, με τον κατάλληλο χειρισμό των λέξεων, στη σημασία της σιωπής, του χρόνου, της νοσταλγίας σε όλες της τις διαστάσεις, στην επιθυμία, στις αποχρώσεις του φόβου και της απουσίας, σε μια μάχη σκληρή και άνιση με το πεπρωμένο, σε μια συμμαχία της μοίρας χωρίς κανόνες, απροσδιόριστη και ανεξάντλητη.

Η Σοφία Στρέζου, έχει το θάρρος να αυτοεκτίθεται, προδίδοντας άριστα την εσωτερική της ένταση, καθώς ομολογεί την ανικανότητα του αγαπημένου, να διαχειριστεί «κύματα που στα βράχια του επί καιρό έσπαγαν», όπως χαρακτηριστικά αναφέρει. Και γίνεται ο βίος μαρτυρικός, με ανθρώπους θύτες και θύματα των ίδιων πράξεων. Χωρίς να φαίνεται λύτρωση από πουθενά…

Η διαμαρτυρία, αλλά και η πίκρα των στίχων της, μας κερδίζει, όπως επίσης και η παραδοχή ακραίων καταστάσεων συναισθηματικής φόρτισης και χρωματικών αποχρώσεων, σε μια όμως επισφαλή περιήγηση επαναφοράς του παρελθόντος στη Μνήμη.
Εμπειρίες που σημαδεύουν άμεσα τη Ζωή, παρουσιάζονται ενιαία, σαν μια οντότητα, αλλά συγχρόνως και σαν εξελισσόμενες διαδικασίες, που οδηγούν στα όρια. Και εκεί στα όρια, η επιθυμία και η ελπίδα, συνθηκολογούν με τη συγκατάθεση, με τη σκληρή αποδοχή, με την Παραίτηση…

Παραίτηση - απόσπασμα

Τώρα οι νύχτες επιστρέφουν
και οι πτώσεις γίνονται πτήσεις
σε ανείπωτες αλλαγές που ο καιρός φέρνει
στα σύνορα των ποιημάτων
καταγράφοντας την δική σου παραίτηση…

Όλα χωρούν εδώ… «στην κόκκινη θάλασσα της Μνήμης».
Αλλεπάλληλες εικόνες αγωνιωδών εκρήξεων, παραδοχής, θυμού, απόγνωσης και αδυναμίας, μετατρέπουν τον ποιητικό της λόγο σε υλικό εξομολόγησης.

Σταθερά υποβλητικός, αισθαντικός αλλά και εσωτερικός. Διεισδύει δηλαδή, κάτω από την επιφάνεια, σε βάθος πραγμάτων και αισθημάτων, με εναλλαγή του ρυθμού, ο οποίος σε άλλα σημεία επιταχύνεται και σε άλλα επιβραδύνεται. Και ο νους περιπλανιέται σε μια διαρκή αναζήτηση, σε ένα σύμπαν μελαγχολικό, σε ένα σύμπαν παραιτημένο από την προσμονή και την προσπάθεια. Σε ένα σύμπαν που έχει αποδεχτεί την πορεία του και τον προορισμό του, που συχνά προσπαθεί να πιαστεί από την ελπίδα, παρασέρνοντάς σε στη δίνη της ανασφάλειας, αλλά που αποτελεί επίγνωση σε «έναν κόσμο που μόνο όταν τον μοιράζεσαι υπάρχει», όπως λέει ο ποιητής Τάσος Λειβαδίτης.

Αν θα 'ρθεις - απόσπασμα

Αλλά αν θα 'ρθεις
φορεμένη συγνώμη μη ντυθείς
σκουριασμένο μου όνειρο.

Φοράει τα καλά της η άνοιξη...

Οι στίχοι διαμαρτύρονται, εκεί όπου μνήμες έρχονται να συγκατοικήσουν με την παρούσα οπτική. Μας τυραννούν, ακόμα και αν μας περιθάλπει η ευσπλαχνία τους. Μάχονται στο συναισθηματικό πεδίο δυο ψυχών, που προσπαθούν να κατασπαράξουν η μία την άλλη, σε έναν αγώνα απωθημένων, σε ένα πεδίο βολής άσφαιρων σιωπών, επιμένοντας για μιαν αλήθεια που ήταν ψέμα. Αισιόδοξη απελπισία ή μήπως… απελπιστική αισιοδοξία;  Τι πιο αληθινό από αυτό που διαισθάνεται το πνεύμα, όταν βρίσκεται μπρος στην αλήθεια;

Η ποίηση που μας δίνει η Σοφία, είναι η αλήθεια της, που δεν παραβιάζεται από τις αλήθειες των άλλων.
Είναι η γενναιοδωρία της ψυχής της, που ορθώνεται από κορυφή σε κορυφή, ξέροντας πως το ύψος δεν έχει τελειωμό. Σε δυσκολεύει και ταυτόχρονα σε μαγεύει, ταξιδεύοντάς σε, σε ατέρμονες διαδρομές συναισθημάτων.
Είναι η άγνωστη ενεργή συνείδηση, που μας ζωντανεύει και μας ανταμείβει.
Είναι η πανσέληνος, που φωτίζει μοναδικές αλήθειες καρδιάς.

Αυγουστιάτικη Πανσέληνος - απόσπασμα

Κι όπως η πανσέληνος απόψε θα βγαίνει
θα κρατήσω λίγο από το φως της
για κείνο το λίγο που έδωσες
κι ύστερα το απέρριψες
πνίγοντας τις αισθήσεις
σε έρημες θάλασσες ξενιτιάς
πετώντας στα κύματα όλες τις λέξεις
μεθυσμένων τραγουδιών





Έμυ Τζωάννου


Η ποίηση, μία από τις δύο βασικές κατηγορίες του λόγου, του έμμετρου λόγου, έναντι του πεζού και του διαλόγου και κατ΄ επέκταση της Λογοτεχνίας, ήταν ανέκαθεν δύσκολο να οριστεί και γι' αυτό έχουν δοθεί διάφοροι ορισμοί ανά τους αιώνες.

Σύμφωνα με τον σημαντικό Αργεντινό συγγραφέα Χόρχε Λουίς Μπόρχες: «Ποίηση είναι η έκφραση του ωραίου, διαμέσου λέξεων περίτεχνα υφασμένων μεταξύ τους».

Η καλλιτεχνική, μαγικά ξεχωριστή και συναισθηματικά φορτισμένη αυτή διάσταση ,ισχυρίζεται ο Μάξγουέλ Μπόντενχαϊμ:  «Ποίηση είναι η σκανταλιάρικη προσπάθεια να ζωγραφίσεις το χρώμα του ανέμου».

Η λογοτεχνική γραφή σε μορφή στίχων, που ακολουθούν ένα συγκεκριμένο ρυθμό ή μέτρο, δύναται να έχει μια ιδιαίτερη μουσικότητα,  όπως λέει ο Φεντερίκο Γκ. Λόρκα :
«Ποίηση είναι το αδύνατο που γίνεται Δυνατό. Μια άρπα που αντί για Χορδές, έχει Καρδιά και Φλόγες».

«Ἡ Ποίηση χει τς Ρίζες της στν Ανθρώπινη Ανάσα – κα Τί θ γινόµασταν ν Πνοή µας Λιγόστευε;»Μας λέει ο νομπελίστας ποιητής, Γιώργος Σεφέρης

Αλλά ο ποιητής του Αιγαίου, ο νομπελίστας Οδυσσέας Ελύτης, το απέδωσε διαφορετικά με έναν δικό του Μοναδικό τρόπο :
«Και η Ποίηση πάντοτε είναι μία όπως ένας είναι ο ουρανός. Το ζήτημα είναι από πού βλέπει κανείς τον ουρανό. Εγώ τον έχω δει από καταμεσής της θάλασσας.»

Όποτε μίλησαν οι ποιητές, μας είπαν πως η ποίηση πηγάζει από μια κατάσταση που δεν περιγράφεται με λόγια, επειδή η ποιητική εμπειρία είναι κάτι άρρητο και ανεξήγητο.
Σκοπός του ποιήματος είναι να μας δώσει την ποιητική εμπειρία, να μας μεταφέρει στην κατάσταση της ποιητικής χάρης ( a un etat de grace poetique , όπως θα έλεγαν οι Γάλλοι ).
Όπως η προσευχή δίνει στον πιστό την θρησκευτική εμπειρία, όπου αισθάνεται άμεσα την παρουσία του Θεού και πλημμυρίζει από αγαλλίαση, έτσι κάθε ποίημα οφείλει τον ιδιαίτερα ποιητικό χαρακτήρα του, στην ενέργεια, στην παρουσία, στο ακτινοβόλημα μιας μυστηριώδους πραγματικότητας, της οποίας η αφήγηση Συγκινεί, Διδάσκει, Ζωγραφίζει, Δονεί, αγγίζοντας την ψυχή !

Στα ποιήματα της Σοφίας Στρέζου, υπάρχει η αίσθηση της έλλειψης, της ματαίωσης, της απώλειας, της οδύνης, της απουσίας.
Συναισθήματα που υποκινούν την έμπνευσή τους και κατά συνέπεια και τη συγγραφή.
Η Ποίηση έρχεται ως λυτρωτική εκδήλωση, που προσπαθεί να καλύψει το κενό και όπως λέει η ίδια: «για να ξεκινήσει άλλο ένα ταξίδι /στην άκρη των στίχων».
Στα περισσότερα ποιήματά της είναι η πρωταγωνίστρια. Υπάρχει ένα ποιητικό Εγώ, που αφηγείται, σκέφτεται, εκμυστηρεύεται, ονειροπολεί, συνδιαλέγεται με πρόσωπα, αντικείμενα, έννοιες.

Η ποίηση είναι ένα είδος μαγείας, που μας μεταμορφώνει εσωτερικά.  Αποτέλεσμα είναι να μας μεταδώσει τις ιδέες, τις εντυπώσεις και τα συναισθήματα του ποιητή. Να μας μεταφέρει την ψυχική του κατάσταση, αυτή που τον υποκίνησε στην έμπνευση,  για να μας χαρίσει τα δημιουργήματά του.
Οι έννοιες ,συχνά, παίρνουν τη θέση των υποκειμένων.  Αισθάνονται, υποφέρουν, και κινούνται ως δρώμενα πρόσωπα.

Η Σοφία Στρέζου καταφέρνει να συγκινεί, προκαλώντας ένταση μέσα από αφηρημένες λέξεις και νοήματα.
Ο λυρισμός του ποιητικού της λόγου  συνεπαίρνει και εντυπωσιάζει πολλές φορές, με τη μουσικότητα που αποκτά η γλώσσα, μέσα από την ποιητική δεξιοτεχνία της, «για να πλεύσουν άτακτες λέξεις, σε γραμμές άγονες».


 
Η αρχή των στίχων      

Ψάχνω ακόμα την αρχή
για να ξεκινήσω άλλο ένα ταξίδι
στην άκρη των στίχων
κι ούτε που με νοιάζει ο σκοπός,
ν' ακολουθήσω θέλω
διαδρομές λέξεων
σε συννεφιασμένη νύχτα
να υποταχθώ σε σκοταδιού σιωπές
να δαμάσω με μαχαίρια λύπης, πόνους
ν' αφήσω γιαταγάνια μοναξιάς
να τρυπήσουν πληγές
κι ας ματώσουν δάκτυλα
σε αιμάτινα πληκτρολόγια.

Nα καταλήξω
σε διανυκτερεύοντες καταυλισμούς γραμμάτων
να τυλιχθώ σε βυθισμένες αναμνήσεις
να σκεπαστώ με ουρανό
που διαβάζει αισθήσεις.


Άκουσε…

Συνωστιζόσουν
σε ποιητικές διαδρομές
με άτακτες λέξεις,
συρρικνωνόσουν
σε αποδυτήρια φωνηέντων
δοκιμάζοντας σύμφωνα
για να πλεύσουν σε γραμμές άγονες
μη τύχει και συναντήσουν οργισμένα κύματα
που αθώωναν την παράσταση
ενός προμελετημένου τέλους
στους καθεδρικούς ναούς της λύπης.

Πόσος χρόνος ακόμα χρειάζεται
για να διαγράψεις
αυτό που έγραψες
σε ανύποπτες στιγμές παράκρουσης
χτυπώντας με δύναμη
τα πλήκτρα της θλίψης
εξοφλώντας αντίτιμα απόγνωσης ;

Ίσκιωσε !
Μέρεψε την τόση απελπισία.
Έχει κι η θάλασσα τη μουσική της.

Η αίσθηση της απώλειας του άλλου, μετατοπίζεται στο ποιητικό εγώ και γίνεται αγωνία για την απώλεια του χρόνου και την αγωνία της φθοράς …
Υπάρχει διάχυτο το κλίμα της αλλοίωσης, του μάταιου, του ανέκκλητου …

Η ποιήτρια δημιουργεί από βαθύτερες εσωτερικές ανάγκες. Μέσα στους στοχασμούς υπάρχει η δική της αλήθεια !
Στην ποιητική δημιουργία, την πρώτη θέση κατέχει η προσωπική εμπειρία του ποιητή, τα γεγονότα που ψυχικά έζησε μέσα στον ιδιόμορφο κόσμο του.
Αφετηρία της ποιητικής δημιουργίας, αρκετές φορές είναι, τα προσωπικά βιώματα του ποιητή, σε πλήρη συνάρτηση με την εμπειρία του από τη ζωή.

Η Σοφία διαθέτει μια γλωσσική επάρκεια, με τόλμη και με αιφνιδιαστικές λέξεις. Τολμηρές μεταφορές, παράθεση αντιθέσεων ή ομόηχων λέξεων, αναδύουν μια αιχμηρή τρυφερότητα στα ποιήματά της: «τότε που καταφεύγεις /στα ησυχαστήρια της ψυχής /κοινωνώντας ανάμνηση».
Τα μηνύματα της ποιητικής της κατάθεσης διευρύνουν τον χρόνο και το χώρο. Η εξομολογητική-εκμυστηρευτική γραφή εισχωρεί , με διαυγείς στίχους στα ποιήματα. Τότε γίνεται η καταγραφή σφοδρών συναισθημάτων-εκεί που η προσδοκία αλληλοδιαδέχεται τη συνοίκηση με το όνειρο !
Για την ποιήτρια, οι μνήμες συν πορεύονται μέσα στο χρόνο και εκείνη, μέσα από τα ποιητικά της δημιουργήματα, «δραπετεύει σε σελίδες άγρυπνες /υμνώντας ανέγγιχτα σκοτάδια /και μελαγχολικά δειλινά».

Η ποίησή της, πλούσια σε σκιρτήματα συναισθημάτων, μας δονεί και μας συγκινεί, σηματοδοτώντας την διάβρωση των σχέσεων. Τα ποιήματα ορίζονται με μια ιδιαίτερη αυτοτέλεια.Γιατί κάποιες φορές, ο λόγος βγαίνει με μια συγκινησιακή ασάφεια … και είναι αυτή η αίσθηση της απουσίας που πλάθει το συγκινησιακό και πληθωρικό λόγο της !
Ζωή, απουσία, θάλασσα, μνήμες, έρωτας, όνειρα, πόνοι, συναισθήματα, ψευδαισθήσεις, λύπες, πληγές …
Λέξεις-έννοιες, πάνω στις οποίες ισορροπεί η ποιητική γραφή της Σοφίας Στρέζου. Σαν τον σχοινοβάτη σε τεντωμένο σκοινί, ακροβατεί. Η ποιήτρια επιχειρεί να Ενδυναμώνει τα συγκινησιακά  αποθέματα, παραθέτοντάς τα με δυνατές εικόνες έκπληξης και αιφνιδιασμού.

Η ποίησή της αναπτύσσει τη θεματική της λήθης και της θλίψης των συναισθημάτων , όπου όλα συγχέονται, διαλύονται, αλλά και επαναπροσδιορίζονται με αρμονία, γιατί κατά την ποιήτρια, «τα συναισθήματα φταίνε».

Βιώνοντας το αδιέξοδο ενός κόσμου, που έχει χάσει το χάρισμα της πίστης και των αξιών, η Ποίηση χαρτογραφεί έναν κόσμο, στον οποίο καταδύεται ο ποιητής, για να υπάρχει και να δημιουργεί μέσα σ’ αυτόν. Η Σοφία Στρέζου, στα ποιήματά της, αποτυπώνει τον κόσμο που έχει δημιουργήσει μέσα στην απροσδιόριστη πολυμορφία του, φέροντας στη φωτεινή επιφάνεια τις κινητήριες δυνάμεις της ψυχής της !!!

Πορφυρά αγγίγματα

Η απουσία έχει τη γεύση
της τελευταίας συνάντησης
με το όνειρο,
μυρίζεις το ανύποπτο άρωμα
μιας σκοτεινής θάλασσας
ξοδεύοντας τις ώρες
για να σώσεις και να σωθείς
από τη μνήμη
τότε που καταφεύγεις
στα ησυχαστήρια της ψυχής
κοινωνώντας ανάμνηση.

Σπαταλημένος ο χρόνος … άδοξα
Ματώνει κάθε που φεύγει ανύποπτα
δαγκώνοντας άλλη μια φορά
της καρδιάς το απόθεμα,
των ανεύρετων συναντήσεων
στα κλειστά παράθυρα της απομόνωσης
που μόνο μύριζαν στα σκοτεινά
τη δική σου παρουσία
σκαρφαλωμένη στο όνειρο
με μια τυφλή υποταγή
στο κόκκινο του πάθους.

Οι ανάσες
προτίμησαν την εθελούσια έξοδο
από την καταδίκη των δακρύων,
δεν αξιώθηκαν
την κατάλυση πορφυρών αγγιγμάτων.


Αχειροποίητα τα λόγια

Νάναι άραγε Αχειροποίητα τα λόγια
που συνόδεψαν τις θνητές σκέψεις
στα παρένθετα μονοπάτια της ποίησης;

Δακρυσμένα γράμματα στη σειρά
δραπετεύουν σε σελίδες άγρυπνες
υμνώντας ανέγγιχτα σκοτάδια
και μελαγχολικά δειλινά,
απενοχοποιημένα
γράφουν αναδυόμενους χρωματισμούς
στην υπερβατικότητα του ονείρου.

Ξέρω …
πως δεν μίλησα τότε
όχι πως τώρα μπορώ.
Αδυνατώ !!
Μόνον τα μάτια μπορούν
να μιλούν στο θόρυβο
που προκαλεί η μνήμη,
με τις αισθήσεις  να σαγηνεύουν
την ανάμνηση
να την γράφουν στο χρόνο
σαν δακρύζει το απόσταγμα
από το άρωμα της φυγής σου.

Αχειροποίητα τα λόγια
ξέφυγαν θαρρείς
από τη σκέπη του ουρανού
βάφοντας άχραντα ηλιοβασιλέματα
στα περιγράμματα
κωδικοποιημένων στεναγμών αναζήτησης.


Τα συναισθήματα φταίνε…

Τα συναισθήματα φταίνε…
φορτώθηκαν σε τιτανικούς
βουλιάζοντας την ψευδαίσθηση
μιας αλαζονικής ματαιότητας
πως τα ονόματα
θα μπορούσαν να ταξιδεύουν αιώνια
σε μια φλύαρη θάλασσα,
πως θα μπορούσαν να αναπαύονται
σε σχεδίες που ξαποσταίνουν γλάροι
σαν θεραπεύουν το σπασμένο φτερό τους
επουλώνοντας το δικαίωμά τους στην πτήση.

Τα συναισθήματα φταίνε…
φορτώθηκαν λύπες σε ανθρώπους
μεγαλώνοντας πληγές
που μάτωναν με  ένα άγγιγμα
για να μπορούν να διαμαρτύρονται οι λέξεις
πως δεν ήταν αυτές που εκτίναξαν τον πόνο.

Οι ποιητές φταίνε που έγραψαν
και ονομάτισαν συναισθήματα
αφήνοντας ανοιχτά τα ενδεχόμενα
πως άλλοι θα διαβάσουν τη θλίψη
όταν θάναι νεκροί εκείνοι που τάγραψαν
γιατί και οι ίδιοι
συνομίλησαν με νεκρούς πολλές νύχτες
που η αγρύπνια έδερνε με κύματα
τους κυματοθραύστες της υπομονής. 

Πάντα φοβόμουν τους χειροκροτητές της άγνοιας
και ήταν πολλοί εκείνοι που χειροκροτούσαν
την ξένη απελπισία
νομίζοντας… πως ήξεραν.

H γλώσσα της Σοφίας Στρέζου  απεικονίζει βαθυστόχαστες εικόνες, όπου με μεγάλη επιδεξιότητα εναλλάσσονται οι έννοιες των λέξεων, ενδυναμώνοντας την ισχύ τους, προσπαθώντας να πλησιάσει το ανέφικτο. «Ξέρω τώρα …/πως ταξιδεύεις στην ανατολή/νέων επιδιώξεων/που καίνε την ανάγκη προσδοκιών  ανένταχτων/στης μοίρας το κάλεσμα /στην κατάργηση ανειλημμένων επαφών /με το ανέφικτο».

Ο ποιητής Νικηφόρος Βρεττάκος λέει πως, «ο ποιητής δεν είναι ένα άτομο ξεκομμένο από τον υπόλοιπο κόσμο... Δεν μπορεί να νοηθεί έξω από τη ζωή, από τα φαινόμενα, από τα γεγονότα, από τις παραστάσεις της. Είτε το θέλει είτε όχι είναι φτιαγμένος από τη "μοίρα" του να είναι ο ευαίσθητος δέκτης τους».

Η ποίηση της Σοφίας Στρέζου συνδυάζει το ρεαλισμό με τη λυρική έξαρση. Έτσι, παρασύρεται από τις συγκινησιακές παρορμήσεις, που ο ποιητικός λόγος ασκεί και ασκείται διαχρονικά.
Διατηρεί άγρυπνα τα μάτια της ψυχής της και γράφει από βαθιά ανάγκη να εκφραστεί, για να επικοινωνήσει με τους άλλους ανθρώπους, αγγίζοντας την ψυχή τους. «Κράτησα ανυπότακτα νοήματα/εκεί που τα φωνήεντα και τα σύμφωνα/συνθηκολόγησαν δεσμούς/στα ξαφνιάσματα του νου/στα ενυδρεία της αγάπης»»

H αυθεντική ποίηση δεν έχει συγκεκριμένη ιδεολογία.
Ο αληθινός ποιητής γράφει αποτυπώνοντας αποθέματα ζωής.

Η Σοφία Στρέζου είναι μια ποιήτρια με ξεχωριστή ποιότητα, ως άνθρωπος και ως δημιουργός, που γράφει από μια βαθιά ανάγκη να εκφραστεί, σώζοντας… της μνήμης της την κόκκινη θάλασσα. Μεταφέρει τις εσωτερικές ανησυχίες, εκθέτοντας - ξεδιπλώνοντας στο χαρτί αποτυπώματα ψυχής στα περιγράμματα της ποίησης. Κάποιες φορές, οι στίχοι χαράσσονται με τις πληγές της ψυχής, και τότε ο πόνος γίνεται αιματηρή κραυγή. Έτσι, η ποίησή της ελκύει τη συναισθηματική ευαισθησία, κεντρίζοντας τη σκέψη μας, «την ώρα που το σκοτάδι /καρφώνεται από τον κεραυνό της λύπης».

Ποιμένες του χρόνου

Μη με ψάξεις ξανά στα απογεύματα της θλίψης.
Η χθεσινή βροχή ξέπλυνε τη λύπη
παρασύροντας τα τελευταία μου δάκρυα
στα λασπωμένα σοκάκια της απελπισίας
βουλιάζοντας την απόγνωση
στους νερόλακκους της φυγής σου.

Ξέρω τώρα …
πως ταξιδεύεις στην ανατολή
νέων επιδιώξεων
που καίνε την ανάγκη προσδοκιών ανένταχτων
στης μοίρας το κάλεσμα
στην κατάργηση ανειλημμένων επαφών
με το ανέφικτο.

Μου ’λεγες πως θες να φυλάξω
στο συρτάρι του χρόνου
μια ελπίδα ανεξόφλητη
για τους μελλοντικούς ποιμένες
καιρών  ξεκούρδιστων
σε παγωμένους χειμώνες
και οι άνοιξες που θα ’ρθουν
ίσως να φέρουν τα ποίμνια
σε οριοθετημένα ηλιοστάσια
προσμένοντας το απρόσμενο.


Once upon a time

Γυρίζω σελίδα, μα πάλι άκρη δεν βρίσκω
είναι που κουράστηκα
τα μάτια σου να διαβάζω,
τα γράμματα μικρά
τα λόγια μισά,
ξεφλουδισμένες λέξεις στο πουθενά.
Έμειναν οι χυμοί μιας άνοιξης που πέρασε
κι ενός καλοκαιριού που έφθασε
με ναυαγισμένες σελίδες
σε βυθούς μυστικούς
διαμελισμένες
αυτοαναιρούνται σε χάρτινο κόσμο.

Κράτησα ανυπότακτα νοήματα
εκεί που τα φωνήεντα και τα σύμφωνα
συνθηκολόγησαν δεσμούς
στα ξαφνιάσματα του νου
στα ενυδρεία της αγάπης,
φυλάκισαν τα τραγούδια που έστειλες,
εγκαταλείποντας τις μάσκες
κρατώντας μόνον
τον απόηχο μικρής θάλασσας
σε πέλαγα κλειστά με δίχτυα μαζεμένα
στα παιχνίδια του έρωτα
που πια έχει  χαθεί.

Τώρα οι βάρκες λύθηκαν
με τον σιρόκο να φυσά τα μίλια
για γιαλούς απρόσιτους
με τα κύματα να κλείνουν όλες τις σιωπές
στα παραγάδια της λύπης.


Να με θυμάσαι

Δύσκολη η πίκρα...
Να με θυμάσαι...
σαν αστραπή στη βροχή εσπερινών λυγμών
την ώρα που το σκοτάδι
καρφώνεται από τον κεραυνό της λύπης.

Να με θυμάσαι...
όπως δεν ζήσαμε ή μήπως ζήσαμε
τότε που ήμουν φεγγάρι
και φώτιζα τις νύχτες σου ;

Μη! !
Μη βλέπεις τον φόβο του θανάτου
κράτα τη σοφία του φόβου
που οδηγεί στο Μεγάλο αστέρι
και στη λάμψη του σμίγουν ψυχές
από χρόνια πολλά χωρισμένες
στις προστακτικές της ικεσίας.

Η Σοφία Στρέζου είναι μια ποιήτρια, που αφουγκράζεται την ανθρώπινη μοναξιά, την εγκατάλειψη, την ασύνορη συντριβή από την οδύνη των αισθήσεων στα ορυχεία της λύπης, «συγκρατώντας στη μνήμη/την ηχώ του χρόνου»

Ο ρέων ποιητικός λόγος είναι απόρροια μιας δημιουργικής διαδικασίας, που πετυχαίνει την υπέρβαση στη δομική κατασκευή των στίχων. Έτσι, τα οικοδομήματα της γραφής αποκτούν μια διάσταση στην αοριστία του χρόνου, μπροστά σε μια κόκκινη θάλασσα. «είχα πνιγεί/σε μια κόκκινη θάλασσα/πνιγμένη στη λαχτάρα/ του… «Σε θέλω».

Κόκκινη θάλασσα

Και όταν με ρώτησες,
 αν έμαθα να κολυμπώ
Ξαφνιάστηκες όταν είπα:
«Τα δάκρυα, η θάλασσα του ναυαγισμού μου»,
εκεί πρώτη φορά τα χέρια μου άνοιξα
επιδιώκοντας να επιπλεύσω,
για να μη χαθώ στους βυθούς των βλεμμάτων
με καταδύσεις στα άγνωστα νερά της ψυχής σου.

Ανταριασμένος ο καιρός
με κύματα τρικυμισμένα
στα λιμάνια της υπομονής
κι εσύ εκεί – Όρθιος  !
Να γεύεσαι
την παλίρροια των στεναγμών
την αλμύρα στα μάτια
επινοώντας την ανυπαρξία.

Ίσα να δαμαστεί η απελπισία
είχα πνιγεί
σε μια κόκκινη θάλασσα
πνιγμένη στη λαχτάρα
 του… «Σε θέλω».