ΧΡΗΣΤΟΣ ΠΑΠΟΥΤΣΗΣ - Μετά το τέλος τ’ ουρανού



ΧΡΗΣΤΟΣ ΠΑΠΟΥΤΣΗΣ - Μετά το τέλος τ’ ουρανού (από την Σοφία Στρέζου

Η πρώτη ποιητική συλλογή του Χρήστου Παπουτσή, «Μετά το τέλος τ’ ουρανού» κυκλοφόρησε το 2013 από την ΑΝΕΜΟΣ ΕΚΔΟΤΙΚΗ.

Αρκεί

Μια ηλιαχτίδα
είναι αρκετή
και
στην καρδιά του ποιητή
τελειώνει ο χειμώνας

Ο Χρήστος Παπουτσή είναι ο ονειροπόλος ποιητής, που αναζητά το άλλοθι μιας ευαισθησίας στα ποιήματά του.
Σαν γιατρός -θεωρητικά τουλάχιστον-δεν του επιτρέπεται να συγκινείται από ψιθυρισμούς που στέλνει ο ουρανός, στη σεπτή ενατένισή του, περισώζοντας την αξιοπρέπεια της ποίησης. Είναι οι μετεωρισμοί αμείλικτων σιωπών του ποιητή, που του επιτρέπουν να εφευρίσκει προσανατολισμούς στα τόξα του έρωτα και της αγάπης. Κι όμως εκεί που ο χρόνος τελειώνει, εκεί που νομίζεις πως φθάνει «το τέλος τ’ ουρανού»,ο Χρήστος Παπουτσής απομυθοποιεί τη γνώση, για να αφεθεί στη μαγεία των λέξεων.

Είναι η λυτρωτική και λυγμική παρουσία στους δαιδάλους της μνήμης, που φιλοξενεί άστεγους έρωτες. Τους ντύνει με το άρωμα του ανέμου, για να απλωθούν και να αγαπηθούν χωρίς όρια, στο άπειρο. Με όχημα την ηλακάτη του στοχασμού, θα ξετυλίξει κρυφές και ανομολόγητες σκέψεις, για να γίνουν ποιήματα και μικρά Χάι-κου στην τοπογραφία της ποίησης. Κι είναι αυτό-το λυρικό άλλοθι-που θα φέρει συγκίνηση κατά την ανάγνωση, καθώς η ευαισθησία ενσωματώνεται σε γλωσσικές τάφρους, στη ναυσιπλοΐα των νοημάτων. Έτσι ζωγραφίζει ποιητικές ανατολές με κραδασμούς συναισθηματικής εμβέλειας, για να αποκολληθεί συγκινησιακά η ψυχή και να γράψει όσα συναισθήματα παρέμειναν δυνατά, από την παρακαταθήκη του παρελθόντος.

Άστεγοι έρωτες

Ανοίγω τα παράθυρα
Λάβα ξεχύνεται,
κόρη του ήλιου και του μετάλλου.
Άλλη φορά,
πυρακτώνεται νύχτα.
Το φεγγάρι
δεν κατακαίει το αμάξι
μα τις καρδιές.
Και τα κορμιά,
θερμότερα από λάβα,
σπινθοβολούν
βεγγαλικά του έρωτα
πάνω από μηχανικές φωλιές,
που στάθμευσαν
πλάι στο ακρογιάλι.

Τα ποιήματα είναι τα δικά του αντισώματα, που του επιτρέπουν να ασκεί το δικαίωμα στο όνειρο, εκτιμώντας την ποιητική γραφή. Είναι η προσωπική κατάθεση στην πλημμυρίδα μιας κοσμιότητας, που προσπαθεί με εξομολογητικό και ενίοτε δραματικό τρόπο, να προσπεράσει. Εξοστρακίζει την ουτοπία που περιρρέει την ποίηση για κάτι απτό, που βιώθηκε με το άλγος της ρομαντικής και ευαίσθητης ψυχής του. Κρατά την αύρα και την ουσία μιας νοσταλγίας, που δεν νικήθηκε στο χρόνο, αλλά προέκυψε ως ποιητικό όνειρο πια, για το παρόν και το μέλλον.

Η στοιχειακή υπόσταση δεν αλλοιώνεται στα ερωτικά συντρίμμια,
στην τετελεσμένη απώλεια της αθωότητας. Αντίθετα την διατηρεί γονιμοποιημένη πια, στη ματαιότητά της. Διεκδικεί μια άλλη ζωή, καθώς μεταλλάσσεται σε ύλη ποιητική στις συνιστώσες της έκφρασης.

Νοσταλγία

Έγειρε
πάνω στο φύλλο.
Και όταν άρχισε
να νοσταλγεί,
μια ηλιαχτίδα
έγινε πολύχρωμα συντρίμμια.
Τα κύματα έγιναν μουσική.
Τα πουλιά την αντέγραψαν.
Χορός ξωτικών.
Ώσπου
έφτασε η ώρα.
Κυλά.
Κατρακυλά.
Πριν το τέλος,
ο χορός γίνεται άνεμος.
Η σταγόνα ψηλά!
Βρήκε το σύννεφό της.
Η νοσταλγία μαράθηκε.
Αχτίνες έγιναν
τα ερωτικά συντρίμμια.
Πέτρωσαν τα ξωτικά.
Η μουσική έγινε κύματα.
Το σύννεφο μάκρυνε.
.
Η ποιητική περιφέρεια είναι γεμάτη δάκρυα. Το συναίσθημα αποκρυσταλλώνεται, μετατρέποντάς το σε υγρό που κυλά ανάμεσα στα βλέφαρα. Δεν μπορεί να ξεφύγει από τις οξειδώσεις των ματιών, στις αυτοκτονικές εκκρεμότητες.
Ο ποιητής θα διαχειριστεί την θεματική ψηφίδα των δακρύων, παρεμβάλλοντας στο συναίσθημα, την υπόσχεση λυγμού που συγκινεί και κινητοποιεί αισθήσεις.

Δάκρυ

Δεν θα ξεφύγει.
Ανάμεσα στα βλέφαρα.
Τόσο,
ώστε
να μην το κατηγορήσουν
τα μάτια.
Μέχρι την άκρη.
Εκεί, θα μείνει.
Ως εκκρεμότητα αυτοκτονίας.
Εκεί θα μείνει.
Υπόσχεση λυγμού.

Ο Χρήστος Παπουτσής δεν είναι δραματικός ποιητής αν και εκφράζει την θλίψη, θεωρώντας πως «οι ποιητές είναι πλασμένοι από θλίψη». Από το ακριβό υλικό της λύπης, για αυτό και δεν μπορεί να αποφύγει πληγές, που βασανίζουν την ψυχή και το σώμα στις ερωτικές ανταμώσεις, στους βηματισμούς της νοσταλγίας. Γνωρίζει καλά, πως είναι πλασμένοι από τη μοίρα, για επώδυνες συναισθηματικές αναχωρήσεις. Τα ενδόμυχα παρασύρονται από μια τραυματική βαρύτητα, με διαμπερή τα τραύματα στις αποδράσεις των λέξεων.

Η ορθοστασία της έκθεσης δημιουργεί εντοιχίσματα εκεί, που ψυχές και σώματα αγαπήθηκαν, σμίγοντας ήχους συντριβής.
Ο ποιητής τους καταγράφει, με την ελπίδα πως έχει φροντίσει, να είναι μικρές οι πληγές που δημιουργήθηκαν από καταιγίδες συναισθημάτων. Άλλωστε η αγάπη πάντα θα είναι η ακριβής αντανάκλαση της προσωπικής νοημοσύνης και πως αυτή εξελίσσεται στο ποιητικό γίγνεσθαι του δημιουργού.

Ο Χρήστος Παπουτσής με λιτούς και απέριττους στίχους αντλεί στοιχεία από ενδόμυχες βιωματικές, για να τους αποδώσει με λυρισμό και ευαισθησία στη γεωγραφία της ποίησης.

Οι ποιητές είναι πλασμένοι από θλίψη

Μοναχικοί.
Ευγενείς.
Εκτεθειμένοι
σε καταιγίδες συναισθημάτων.
Υπερβολικοί.
Καθόλου βολικοί.
Παρασυρμένοι
απ’ την ερωτική βαρύτητα.
Με τραύματα διαμπερή.
Η θλίψη τους ακολουθεί,
ως την αποδερμάτωση
όλων τους των σωμάτων.
Ως την επιστροφή.


Δεν μπορείς ν’ αποφύγεις τις μικρές πληγές

Θα επιβιώσεις.
Μέχρι τον θάνατο.
Ισορροπία.
Μέχρι την απόδραση.
Έως τότε
φρόντισε οι πληγές σου
να είναι μικρές.

Της μνήμης… κόκκινη θάλασσα














Και να που η νέα μου ποιητική συλλογή, ξεκινά τις πλεύσεις, «στη κόκκινη θάλασσα… της μνήμης». Αν κι Εσείς θέλετε να μεγαλώσετε το ταξίδι αυτής της ποιητικής συλλογής μου, που ‘χει τον τίτλο «Της μνήμης… κόκκινη θάλασσα», μπορείτε να επικοινωνείτε καθημερινά, στον «Άνεμο», για την άμεση αγορά του και με ειδικά προνόμια, από τις 10 το πρωί ως τις 3 το μεσημέρι και να το παραγγείλετε μ’ ένα τηλεφώνημα,

στο 210 82 23 574. Την επόμενη εργάσιμη φθάνει ως την πόρτα σας, με αμελητέα και σχεδόν καμία επιβάρυνση. Γιατί μόνον Εσείς μπορείτε να συνεχίσετε να δίνετε δύναμη στα όνειρά μας, στα βιβλία μας.



Σας ευχαριστώ πολύ όλους και ιδιαίτερα την ΑΝΕΜΟΣ ΕΚΔΟΤΙΚΗ, που τολμά να υλοποιεί με τον πιο όμορφο τρόπο… τα όνειρά μας…



Σοφία Στρέζου

ΣΤΑΘΗΣ ΚΟΜΝΗΝΟΣ - Λαθραίο ορίων φως;

ΣΤΑΘΗΣ ΚΟΜΝΗΝΟΣ - Λαθραίο ορίων φως; (από την Σοφία Στρέζου)

Από τον διαδικτυακό ιστότοπο http://www.academia.edu/4417723/_  δημοσιεύτηκε η νέα ποιητική συλλογή του Στάθη Κομνηνού, «Λαθραίο ορίων φως;».
Πρόκειται για μια ποιητική συλλογή που σκιάζεται από ερωτηματικό στο τέλος του τίτλου «Λαθραίο ορίων φως;», που εμπεριέχει μια κινητικότητα ως προς την προσέγγιση ή την απομάκρυνση από το φως, στη λαθραία ή μήπως τελικά εντός των ορίων του κατάκτηση;

Ο Στάθης Κομνηνός ακολουθεί μια ιδιωτική διαλεκτική στον τρόπο αφήγησης της ποιητικής του. Στις γραμμές των συνόρων της ποίησης, ο ποιητής διυλίζει την αισθητική εμπειρία μέσα από την στοχαστική κοσμοθεωρία. Κατοικεί στην οντολογική περιφέρεια, εξακτινώνοντας την βιωματική φιλοσοφία του. Ανασυνθέτει την θεολογική σχέση, με αναχωρητική, μυστική διάθεση, τοποθετώντας τα ποιήματα στο βάθρο του σύμπαντος. Διαισθάνεται την ταπεινή θέση απέναντι στο θεό, ομολογώντας την αλήθεια, με ανοιχτά τα θνητά του μάτια. Φτάνει στη χώρα που η «ιστορία ανιστόρητη γράφεται, με τ’ αοράτου τ’ ανάμματα».

Υιοθετεί υπερβατικές παρεμβάσεις στο ποιητικό/φιλοσοφικό διακύβευμα, στο ανέφικτο που μεταλλάσσεται σε εφικτό, στην πρωταρχικότητα του νοείν, από την βαθιά πεποίθηση πως η Ποίηση οφείλει να ανυψώνει το πνεύμα. Γιατί όπως ο Martin Heidegger θεωρεί πως, «Δύο είναι οι Πτώσεις του ανθρώπου, η Πτώση από τον παράδεισο και η Πτώση στην κοινοτοπία», έτσι κι ο Στάθης Κομνηνός δεν θέλει να πέσει στην παγίδα μιας εύκολης και μειλίχιας ανάγνωσης. Επιστρατεύει την γνώση για να ενεργοποιήσει την εγκεφαλικότητα, να την εμβαθύνει, στηλιτεύοντας την πνευματική ένδεια . Ο ποιητής περνά διαδοχικά από την επιγραμματική ποίηση στα ποιητικά πεδία ανοίγοντας δρόμους στο φως. Γιατί έξω από τον εκλογικευμένο λόγο, «Το φως είναι η μοίρα» του ανθρώπου στο πολιτισμικό περιεχόμενο της γραφής του, που ανοίγει πεδία στο μέλλον. Για τούτο και δεν αρκούν μόνον οι αισθήσεις, για να συλλάβει ο αναγνώστης τη δεσποτική σκέψη του. 

Α επίγραμμα
Πέσαμε υπέρ βωμών Αέρος
όταν όπλα βαρβάρων ατσαλοφτιαγμένα
προμαχούσαν υπέρ όγκου χαρτιού


Γ επίγραμμα
Δεν ζήσαμε τον κόσμο που αγαπήσαμε
ο ήχος του βροντούσε στο μέλλον
όταν τη μουσική του μεσημεριανοί παιανίζετε
χαρίστε του τα χάδια που νοσταλγήσαμε


Δ επίγραμμα
Είχε απομείνει στην Ακαδημία μόνος ο Αριστοτέλης
όταν σκυμμένος αναφώνησε: «Το φως είναι η μοίρα!».

Ο Στάθης Κομνηνός συνειδητά υπερβαίνει τους περιορισμούς της γλώσσας, στοχαζόμενος την ιδέα -για το πώς μπορεί ο δημιουργός-  να απαλλαγεί από την αίσθηση του φθαρτού. Διατηρεί ένα υψηλό επίπεδο γλωσσικής επάρκειας που ανταποκρίνεται στην απελευθερωτική έννοια του λόγου. Η αναπάντεχη εκδοχή του αληθινού βρίσκεται στο ξεκίνημα του ποιητή για το ταξίδι, στα ναρκοπέδια της ποίησης.

Οι στίχοι υπερρεαλιστικά προσαρμόζονται στις ζώνες του ιδεατού, με ατημέλητους εξωραϊσμούς λυτρωτικών ψευδαισθήσεων. Ο διαμελισμός στο ξεκίνημα του ποιητικού ταξιδιού με γνωστική εμπειρία, δεν απαλλάσσει τον δημιουργό από τις αγχόνες στα ικριώματα του έρωτα. Βαθιά μέσα του επιθυμεί να διατηρηθεί ο πυρήνας που προάγει την πνευματική ζωή και την κάθαρση. Γι’ αυτό και δεν επιτρέπει είδωλα αν και υπονοούνται στην στιχουργική πορφυράδα κατά την αναπαράσταση στη θελκτικότητα του φωτός. Έτσι η θέαση αποκτά την προσήνεια μιας αναγνωστικής ρώμης στα εδάφια των στίχων, διεγείροντας την νόηση.


Καθώς θα ξεκινάς


Καθώς θα ξεκινάς
Βελονιά πανικόβλητη
Τη μορφή της θα χάνει
Στο ατέλειωτο κέντημα

Κρεμασμένο φιλί
Στης φωτιάς το αγκίστρι
-Έκτακτη μαρμαρωμένη απογείωση -
Δεν θα απαγχονίζεται
Στο υγρό σου ικρίωμα

Ήχος θα σαλπίζει το βήμα σου
Τη γνωστή εισαγωγή
Αναμονής κρουστής να εκτονώσει
Κι εκείνο κωφάλαλο
Απ’ την ομβροντία του έξαφνου
Σαν μαέστρος του τέλους
Άψογα θα υποκλίνεται

Ικέτης αέρας
Διανυκτερεύοντας θα αναζητεί
Να φορέσει το σώμα σου
Στ’ ακριβή του τα σχήματα
Δραπέτης ακούσιος
Απ’ τον εαυτό του εκείνο
Θα φωλιάζει ασάλευτος
Σε φινάλε προσχήματα

Ανείπωτες λέξεις
Δεν θα βρίσκουν φωνή
Να εκστρατεύουν τα άστρα τους
Σαν ανύμφευτος ουρανός
Που τα πετράδια του έχασε
Απ’ τούς κύκλους τους άστατους

Καθώς θα ξεκινάς
Τον πυρετό σου θ’ αφήνεις
Να φλογίζει τα πράγματα
Ιστορία ανιστόρητη
Που η δροσιά της θα γράφεται
Με τ’ αοράτου τ’ ανάμματα

Καθώς θα ξεκινάς
Θά ’σαι πάντα εδώ
Όμως χαμένος ολότελα
Μικελάντζελο ατερμάτιστος
Σε καμβάδες ολόλευκους
Να λειτουργούν ανεξίτηλα

                                             Ανατολή προσεδαφίζεται
                                             Μεσουρανεί η απορία
                                             Ξεβρασμένη βάρκα η ομορφιά
                                             Με σκαρμούς που τους δένει
                                             Της άκαιρης, ως φαίνεται, Δύσης
                                             Η κουτσή μαεστρία


Στην ποίηση του Στάθη Κομνηνού διευρύνεται η σχέση της αισθητής συγκατοίκησης με την πνευματική και μεταφυσική κτήση. Το ανεξήγητο, που επιμένει να ερμηνευτεί στις εξισώσεις του χρόνου, στις χωρικές μεταβολές του.

Ενδημεί στο επέκεινα του νοητού, στην απροσδιοριστία της σφαίρας του θρόνου. Ακτινοβολεί καθώς επιταχύνεται το θαλερό ισοδύναμα πια με το φως, για να δαμασθούν ανταύγειες και αποχρώσεις στην αυθεντικότητά του. Έτσι στη χώρα του φωτός θα μυηθούν στα μυστικά της «ευκυκλέος-ολοστρόγγυλης» και «ευπειθέος- πειστικής» αλήθειας, αναγνωρίζοντας όρια.


ΕΥΜΟΙΡΙΑ
Λιποτακτεί ο αιθέρας
Λιτές ανταύγειες σύννεφο
Εύπλοα φιλιά
Κι άσματα βυθών
Της τύχης το ευτυχές
Βαφτίζει το χρόνο
Ούτις
Και σ’ αντικίνηση αυτός κλωθογυρνά
Τον εαυτό του στ’ ανεξήγητο
Ενός τυχαίου
Θαλερού
Που υλακτεί στο θρόνο του


Εκκρεμή ποιήματα με ακινητοποιημένες σιωπές στην πληροφοριακή αταξία ιδεαλιστικών αιωρήσεων, διατηρούν ανοιχτά ενδεχόμενα στην αισθητική ερμηνεία. Παραμένουν εν εξελίξει στην κατανόηση και αποδοχή των ποιημάτων. Είναι η αδιάψευστη πορεία, συμπυκνωμένη από την εσωτερική αναγκαιότητα του ποιητή να κατευθυνθεί προς το φως, καταλύοντας τον θάνατο, καθώς κρεμάται σε στιγμή αθάνατη.

Ο Στάθης Κομνηνός έχει χειραφετηθεί πνευματικά, αποκτώντας λόγω σπουδών φιλοσοφική καλλιέργεια, που του επιτρέπει να παράγει αυθεντικά ποιήματα με αισθητική πληρότητα. Η διαλεκτική προσωπική εμπειρία εξελίσσεται σε μία διαλεκτική επικοινωνία φιλοσοφίας και τέχνης, αρθρωμένου ποιητικού λόγου.

Η ασυμφιλίωτη εναντίωση, γίνεται ο καθαρμός κατά την κατανόηση του πραγματικού, στην αναγωγή με τον προορισμό του δημιουργού, για να συναντήσει τον απόκρυφο τόπο της οντολογικής του βεβαιότητας στο Λογο-γίγνεσθαι του κόσμου.


ΤΗΣ ΑΣΥΝΤΑΧΤΗΣ ΕΠΙΛΑΧΟΥΣΑΣ ΚΟΙΝΟΤΟΠΗ ΙΣΤΟΡΙΑ
Ανάβει ο θάνατος
Φωτιές
Στα υψίπεδα των μαστών σου
Όπου λυτρώνεται
Μύρτο αθανασίας
Ο Θεός
Στόμα αγωνίας
Κυψέλες βομβίζοντος αναστεναγμού
Χείμαρροι με την κόμη λυτή
Οι δρόμοι που δεν λευκάνθηκαν
Από του μύρου σου την οσμή
Παλεύει ο χρόνος
Ίδια όνος
Ασάλευτος στο χείλος του δρόμου
Να λειάνει το βράχο της αφής σου
                                               Όπου κάποτε
Κρεμάστηκε αθάνατη στιγμή
Κι ο τροχός του ήλιου αποξεχάστηκε
Στη μεσημβρία