ΡΕΝΑ ΒΑΣΙΛΑ - Μοναξιάς Κυκλάμινα


Λίγο πριν το τέλος του 2010 κυκλοφόρησε η Ρένα Βασιλά την νέα της ποιητική συλλογή "Μοναξιάς Κυκλάμινα" με την ευγενική επιμέλεια της ποιήτριας Μαρίας Νικολάου.
Η γραφή της είναι μια ήσυχη θάλασσα που σε ταξιδεύει σε μοναχικές πλεύσεις.
Με στεναγμούς και μνήμες στα όνειρα της ψυχής ακροβατεί σ' ένα παρελθόν που κατακτήθηκε και σ' ένα μέλλον που σαν σπαθί πληγώνει το αίμα, το άδοτο φιλί, το απάτητο αύριο.
Πουκάμισο αφόρετο που στέκεται για χρόνια κρεμασμένο, βαραίνει τους ανέγγιχτους ώμους, με τα "πρέπει" να κλέβουν τη χαρά της κατάσαρκης ένδυσης.
Η ποίησή της εξομολογητική κι ίσως πιο προσωπική από ποτέ, με τις σκιές και τα φαντάσματα να της κρατούν εκείνη την συντροφιά που γοητεύει πολλούς από τους ποιητές.
Αμίλητη κι όμως διψασμένη για λέξεις, θα καταγράψει όλα αυτά που θέλει, με την σιωπή των άστρων να φωτίζει τα ποιήματά της, σπάζοντας τα δεσμά της απομόνωσης και της απόστασης, από εκείνο που βαραίνει το ακριβό της συναίσθημα.
Κρυφοί καημοί στην κιβωτό που φύλαξαν λάβαρα χαράς στης νοσταλγίας τον χάρτη, τώρα φτερουγίζουν με ορμή και ειλικρινή διάθεση αποτύπωσης, χρωματίζοντας εκείνο που λείπει.
Υπάρχει στο μοίρασμα της αγάπης και την δίνει απλόχερα με δυο μάτια που στάζουν την άχνη, καθώς ο αέρας την σκορπίζει. Στη ρωγμή του χρόνου αντιστέκεται, με την καρδιά γυμνή και με τα δάχτυλα γράφει για τον έρωτα που κατοικεί σε ματωμένες νύχτες . Η ίδια κάποια στιγμή θα πρέπει ν’ ανακαλύψει το φεγγάρι που φέγγει την παρηγοριά στα βλέμματα του κόσμου, του κόσμου της.
Οι διαδρομές κρυφές κι αφανέρωτες στις ρυτίδες των καιρών, με το λιμάνι πάντα φωτισμένο, για να αράζει το δικό της αόρατο στους πολλούς αίσθημα, που δίχως χέρια αγκαλιάζει. Τα ναυαγισμένα σχέδια, αποκαταστάθηκαν πια στον αστερισμό του ονείρου.


"ΟΝΕΙΡΟ

Πως να σ' ονειρευτώ...
Η εικόνα σου από την μνήμη
έχει χρόνια σβήσει...

Αδυσώπητα σκληρός ο χρόνος
σημάδια χάραξε στο πέρασμά του
στο σώμα, στη φωνή, στο πρόσωπο...

Δεν είσαι πια εσύ
ο νιος που γνώρισα
ο νιος που αγάπησα.
Είσαι ένας άγνωστος
μέσα στο πλήθος
ανίκανος να προξενήσεις
εκείνο το τρελό φτερούγισμα
βαθιά στο στήθος όταν μ' άγγιζες."


Στη θαμπάδα του παλιού καθρέφτη ο νους αγναντεύει τους μεθυσμένους ανθούς της νιότης που πέρασε, δακρύζοντας τα φτερουγίσματα. Τα λόγια αρμύρα που η βροχή λιώνει στου πόνου το ακρόνειρο. Φιλική σκιά αντανακλά στις λάμψεις της ερήμου, στις χαμένες ανταύγειες. Ζωγραφίστηκαν σε ορισμούς κατάκτησης του μυαλού, τότε που το συναίσθημα παρέλυε την σκέψη, κρατώντας ανέγγιχτο το άλυτο αίνιγμα, στο ξημέρωμα των αμετάθετων αποφάσεων.


"ΜΑΓΙΚΟΣ ΚΑΘΡΕΦΤΗΣ

Την ψυχή μου ψάχνω να δω
σε μαγικό καθρέφτη.
Μάταια!
Άυλη, αόρατη, αινιγματική.

Τίναξα τα πινέλα μου
για να την ζωγραφίσω
βουτηγμένα άτακτα
σε κόκκινες κίτρινες ανταύγειες.
Κέντησα κάτω απ' τον γαλάζιο ουρανό
πολύχρωμα, ανώνυμα λουλούδια
μα όχι την ψυχή μου..."


Ακροβατεί σε αόρατο σκοινί με φόβο μη λαθέψει τις κινήσεις κι εκτιναχθεί στο
« άϋλο, το αόρατο, το αινιγματικό », μιας στροφής κρυμμένης στης ζωής την άλαλη διάσταση. Χείλη ξερά ,διψασμένα αφηγούνται ζωγραφίζοντας λέξεις, κερδίζοντας το αθάνατο του θνητού περιγράμματος που την κύκλωσε, με την διάμετρο της επαφής να τέμνεται μπρος στις πολλές συγκινήσεις, στα πρόσφορα της ψυχής.


"ΑΚΡΟΒΑΤΩ

Ακροβατώ στο παρελθόν.
Περπατώ σ' αόρατο σκοινί
σαν ακροβάτης.

Χάος.
Ένα βήμα λαθεμένο
κι ο θάνατος καραδοκεί.

Δεν ξέρω αν θα φτάσω
στην άκρη του νήματος.
Κι αν φτάσω
ποιο το κέρδος..."


"ΑΤΙΤΛΟ

Σ' όλη μου τη ζωή
κυνήγησα το άπιαστο.
Σκαρφάλωσα
σε βράχια απόκρημνα
να φυτέψω η τρελή
κυκλάμινα! "


Εκείνο που την σώζει από τις εναλλαγές είναι η άρνηση. Να μην παραδοθεί σε κλειδωμένες πόρτες, σε ακατοίκητες πολιτείες, λέγοντας αντίο στις προσδοκίες που φλέγονται στης αναμονής το κεφαλόσκαλο, στους διαδρόμους της προσμονής, ατενίζοντας με περηφάνια τα όμορφα που έρχονται.


"ΑΡΝΟΥΜΑΙ

Αρνούμαι να κλειδώσω
τις ανησυχίες μου
τα συναισθήματά μου
σε μια θυρίδα
που ίσως ανοιχτεί μετά
τον θάνατό μου.

Γι' αυτό κανείς δεν θα μπορέσει
να μου κλειδώσει την ψυχή.
Εγώ θα γράφω, θα μιλώ,
και στην ανάγκη θα φωνάξω
για ό,τι στον κόσμο τούτο
είναι σάπιο..."


"ΑΚΡΟΘΑΛΑΣΣΙΑ

Χρόνια σιωπής
και απουσίας.¨
Ώρες απέραντης μοναξιάς.
Σημείο συνάντησης η ακροθαλασσιά.

Εκεί ξαναζωντανεύουν μνήμες.
Σέρνω τα κουρασμένα βήματά μου
πάνω στην άμμο την υγρή.
Το κύμα μουρμουρίζει
λυπητερό τραγούδι
που φέρνει δάκρυα στα μάτια.

Μόνο από δω επικοινωνώ
μαζί σου,
γιατί ξέρω και σένα σου άρεσε
να περπατάς στην ακροθαλασσιά.

Το κύμα είναι ο ταχυδρόμος μου..."


Όσα αντίο έμειναν, πάντα μια θάλασσα θα συνοδεύει αποχαιρετισμούς δίπλα σε βράχους αιχμηρούς που κάπου εκεί μπορείτε να δείτε της " Μοναξιάς Κυκλάμινα" . Καλοτάξιδα....

Vladimir Nabokov- ΛΟΛΙΤΑ (από την Σοφία Στρέζου)




Το γνωστότερο ίσως έργο του Vladimir Nabokov σε ελεύθερη μετάφραση και σκηνοθεσία του Βασίλη Πλατάκη ανέβηκε στο «Χωρος τεχνων Α λ ε κ τ ο ν» με τους ηθοποιούς να κινούνται συμμετρικά στην ασύμμετρη σκηνή του θεάτρου.

Οι ηθοποιοί Αίας Μανθόπουλος ως Χάμπερτ και η Στέλλα Τσιάτσιου ως Σάρλοτ θα αναστήσουν τον αιώνιο ανεκπλήρωτο έρωτα με θραύσματα σεξουαλισμού να διοχετεύονται στη σάρκα ως πόθος κρυφός στην αιμάτινη μνήμη του έρωτα.

Ο έρωτας της Σάρλοτ για τον Χάμπερτ και το ερωτικό πάθος του Χάμπερτ για την κόρη της Σάρλοτ, τη Λολίτα. Η νεαρή έφηβη που αντιπροσωπεύει τον τυραννικό πόθο του μεσήλικα, βρίσκει στο πρόσωπο της Βίκυ Κάββουρα την σατανική αθωότητα που εκμεταλλεύεται τον άκαιρο πόθο.

Η εξομολόγηση, δίνει την δυνατότητα στον Αία Μανθόπουλο, να ξεδιπλώσει την προσωπική του δεινότητα στο υποκριτικό συμπαντικό γίγνεσθαι, με λεκτικές εκφάνσεις και δραματοποιημένη ενέργεια που καθηλώνει τον θεατή. Η ερμηνεία του συμπληρώνει την επεξήγηση του έργου θέλοντας να δικαιολογήσει και να υπερασπιστεί ταυτόχρονα τον Λόγο του Δημιουργού. Γιατί ο ηθοποιός λέξεις και νοήματα ερμηνεύει πάνω στην σκηνή, φιλτραρισμένα και δοσμένα μέσα από την δική του ψυχογενετική διαίσθηση με την καθοδήγηση πάντα του σκηνοθέτη.

Ο Βασίλης Πλατάκης σκηνοθετώντας το έργο το φωτίζει με εκείνες τις εκφραστικές λεπτομέρειες για να δώσει το πληρέστερο χρονικό και τοπικό όριο που διαδραματίζεται στη σκηνή φέρνοντας την συγκίνηση και την ατμόσφαιρα που περιρρέει ακόμα και στον μέσο θεατή.

«Είναι αλήθεια ότι βλέπει κανείς ότι ζητεί, αλλά και ζητεί μόνο ότι μπορεί να δει» λέει ο Heinrich Wolfflin ένας εκ των σπουδαίων κριτικών Τέχνης. Επομένως, στη συγκεκριμένη παράσταση, αν αφήσουμε καταμέρως τους δογματισμούς, που περικλείουν το συγκεκριμένο θεατρικό, έχουμε την δυνατότητα να απολαύσουμε τους ηθοποιούς σ’ ένα έργο, που αν μη τι άλλο οι ηθοποιοί παλεύουν με τα εκφραστικά μέσα, για να το αποδώσουν τα μέγιστα των δυνατοτήτων τους και το καταφέρνουν. Μεταδίδουν την ειρωνεία, την κωμική διάσταση αλλά και το δράμα των ηθοποιών που πάνω τους στήνεται η υπόθεση του έργου.

Ο Σίμων Πάτροκλος στον ρόλο του Κουίτλυ κινείται χορευτικά σχεδόν σ’ όλη την παράσταση για να δολοφονηθεί ψυχρά από τον Χάμπερτ και να οδηγηθεί τελικά στο κελί.

Τα άγρια και απαγορευμένα πάθη σχεδόν πάντα οδηγούν σε ακρότητες.

Ο ήρωάς μας μη μπορώντας ν’ αντέξει τη φυγή της Λολίτας μοιραία παρασύρεται στην έσχατη δραματική πράξη του φόνου κι όλα αυτά για να αιχμαλωτίσει σε μια αγκαλιά τα νιάτα που έφυγαν, τα νιάτα που φεύγουν.

Το τραγούδι που ακούγεται στην παράσταση κι ερμηνεύει αισθαντικά η Αλέκα Κανελλίδου είναι σε μουσική Φάνη Μεζίνη και στίχους Μαρίνας Τσόκαλη.

ΣΟΦΙΑ ΣΤΡΕΖΟΥ- Ψυχής Αγγίγματα (από την Τέσυ Μπάϊλα)


"Ψυχής αγγίγματα
κλεισμένα στο φως
απ' τη γειτονιά τ' ουρανού

ακουμπισμένα εκεί
δίπλα σε χρωματισμένες εμπνεύσεις
σε κλειστούς κύκλους αγάπης

στέλνω αγγέλους
να σε ξυπνήσουν
στη σπηλιά τ' ονείρου

... ήρθ' ο καιρός
που έγινες μνήμη
περασμένου καλοκαιριού
σε κρεμασμένο απόγευμα."

http://sofiastrezou.blogspot.com/
http://anagnoseispoiiton.blogspot.com/
http://hxopoihmata.blogspot.com/

"Ο Λυρισμός είναι το Δάκρυ της Ψυχής"
γράφει η ΣΟΦΙΑ ΣΤΡΕΖΟΥ κι αυτομάτως το ερώτημα που γεννάται είναι αν καταφέρνει να δακρύζει η ψυχή στις μέρες μας από ένα λυρικό στίχο. Πόσο τα διανοήματα που καταλήγουν να γίνουν τέχνη ανακαλούν μνήμες ικανές να απομαγνητίζουν τους σκοτεινούς κωδικούς του κλειδωμένου συναισθήματος και να΄αγγίζουν την ψυχή, επειδή αυτό ακριβώς και μόνο είναι το ζητούμενο: το ΨΥΧΗΣ ΑΓΓΙΓΜΑ.
Σε ποιο βαθμό οι μοναχικοί βηματισμοί του δημιουργού καταλήγουν σε ξέφωτα επικοινωνίας και προσέγγισης μέσω της τέχνης τους, επειδή ανελέητα κυνηγούν κάποιες φορές οι ερινύες των λέξεων τον ποιητή για να σαρκωθούν σε μορφοποιημένο σύνολο εκφραστικής τεχνικής, τέτοιας που να να μπορεί να πυροδοτήσει ψυχικά κινήματα στα μονοπάτια του λόγου.

"Είναι που κουβαλώ λέξεις αδέσποτες
σε ποιες γραμμές να τις στρώσω
για να τις βρεις
να τις διαβάσεις
που φυσάνε το πολύ του πόνου
μιας φυγής αγέννητης
του ανεπίσημου χωρισμού
στα τετράδια της φωτιάς
καταγράφοντας την απουσία
σ’ όλες τις κλίσεις.

Λάθος δρόμοι, λάθος ίχνη
ακολουθώ φαντάσματα μέσα σε στίχους
μα δεν φτάνω ηλιαχτίδες
στους κύκλους του ήλιου
κρύβονται σε πικρά χαμόγελα
σε πληγωμένα σώματα
σε κανόνες και σταθμούς
που πρέπει τα «θέλω» ν’ αλλάξουν.

Σταυρωμένες ώρες πάνω σε μάρμαρα
διασκεδάζουν το ασύνορο του χρόνου
μέσα στα όνειρα που γεννήθηκαν
αόρατα χέρια τ’ ακούμπησαν
κι απόρρητες λέξεις τα έγραψαν
πάνω στο δέρμα, στα μαλλιά, στα βλέμματα
στοιχειώνοντας συνειδήσεις
με αστραπές κάθετες
που χώρεσαν μόλις
στου πουκαμίσου σου την άδεια τσέπη
για να λαμπυρίζει κάθε φορά
που θα την ψάχνεις
το σκοτεινό της καρδιάς σου. "


Λέξεις που αδέσποτες αναζητούν ένα χέρι να τις μαζέψει για να γράψουν παντού, με αστραπές κάθετες, τις στοιχειωμένς συνειδήσεις που λαμπυρίζουν στις σκοτεινές καρδιές. Αυτός γίνεται ο μικρόκοσμος της ΣΟΦΙΑΣ ΣΤΡΕΖΟΥ που κάθε φορά μας παρουσιάζει μέσα από το ποιητικό της έργο.
Κι όσοι αγγίξουν τη λυρική της πνοή θα ανακαλύψουν ταυτόχρονα και τις γυμνές της αλήθειες, όσες μορφοποιούν την πνευματική της αφετηρία. Και καθώς η τέχνη είναι μία, ανεξάρτητα από τον τρόπο που επιλέγει ο κάθε δημιουργός να την αναπτύξει και να πορευτεί μέσα σ’ αυτή, η Σοφία ασυνείδητα γίνεται ο εικαστικός των συναισθημάτων, αφού με χρώματα φιλοτεχνεί τις αδέσποτες λέξεις που συνέλεξε και διαμορφώνει τον σημειολογικό πίνακα της αισθητικής της εκφραστκής.

"Ο Λυρισμός είναι το Δάκρυ της Ψυχής, είναι η διαρκής προσπάθεια του δημιουργού να γνωρίσει τον εαυτό του μέσα από την ανάδυση του υποσυνείδητου, καθώς εκεί κατοικούν η έμπνευση κι οραματισμός, που με δύναμη απλώνονται και τοποθετούνται σε επιλεγμένα οχήματα έκφρασης"

γράφει η ίδια σε ένα εξαιρετικό δοκίμιο για την τέχνη στο ιστολόγιό της μέσα στο οποίο έχουμε την ευκαιρία να διακρίνουμε όλο εκείνο τον πνευματικό μόχθο αλλά και το ήθος της δημιουργού και να ακολουθήσουμε το προσωπικό της όχημα έκφρασης να εξεικονίζει το νοητικό περιεχόμενο του έργου της σε εικόνες αδιαπραγμάτευτης αισθητικής ποιητικής.
Ο αναγνώστης της έχει την ευκαιρία να επιχειρεί ευαίσθητους ακροβατισμούς αγγιγμάτων, καθώς ο αισθαντισμός των λέξεων που συναρμολογεί η Σοφία, με ένα σαγηνευτικό τρόπο ζωντανεύει τον αθέατο χρόνο γύρω μας, κάνει πιο ηχηρή την μουσική που κρύβεται στα χνάρια της σιωπής, σηματοδοτεί τον λυρισμό μιας υψηλής αισθητικής απόχρωσης.
Μύστης μιας μυστικής γιορτής ο αναγνώστης της ποίησης της καταφέρνει να ακούσει τους πιο ανεπαίσθητους ψιθυρισμούς των ανέμων να συνομωτούν στον απροσδιόριστο χωροχρόνο του σύμπαντος που η Σοφία δημιουργεί κάθε φορά που κάποιος ανοίγει και φυλλομετρά τις σελίδες του βιβλίου της.

"Ο Λυρισμός είναι το Δάκρυ της Ψυχής, είναι εκείνο το συναίσθημα που συγκινεί στη θέαση ενός έργου και συνταράσσει το βάθος της ψυχής, που βρίσκεται έξω από τον αισθητό κόσμο, υποβάλλοντας έτσι το ιδεατό του έργου. Είναι το μαγικό κλειδί που ανοίγει την πύλη του αγνώστου με την μαγεία και την δύναμη του αντικειμένου, με το ειδικό βάρος της σύνθεσης, στην νοητική διεργασία της έμπνευσης."

Ποιο είναι αυτό το απαιτούμενο, μαγικό κλειδί που ανοίγει την πύλη του αγνώστου για να βρει κανείς τη νοητική διεργασία της έμπνευσης; Η Σοφία μας μιλά για τον Λυρισμό, το απαραίτητο εκείνο στοιχείο ανάπλασης της νεκρωμένης ευαισθησίας, τον Λυρισμό που μπορεί να βγάλει από τον λήθαργό της την ψυχή και να την κάνει να δακρύσει, αδιαφορώντας για τις συνέπειες. Επειδή αυτές είναι πολύ μεγάλες.
Καμιά ψυχη δεν θα μπορεί να γυρισει πίσω σαν ο δρόμος της τη φέρει να βηματίζει στα μονοπάτια του Λυρισμού. Εκεί θα μείνει για πάντα, καταδικασμέη να δακρύζει για την ομορφιά του κόσμου που τόσο καιρό υπήρχε διπλα της αλλά εκείνη με τα μάτια ακόμη κλειστά δεν μπορούσε να αντικρίσει, καταδικασμένη να πονά για όσα η συνείδησή της πια δε θα μπορεί να αποδεχτεί.
Ο ποιητής δείχνει και η ορατότητα μεγαλώνει, έγραψε κάποτε ο ΕΛΥΤΗΣ. Η ορατότητα μεγαλώνει και η θέαση των πραγάτων γίνεται όλο και πιο καθαρή, διαυγής, αιμάτινη. Στοχεύει στη γλύκα της φυγής προς μια εσωτερικότητα διαφορετική, προς ένα νοητικό δρόμο αυτογνωσίας και ονείρου ταυτόχρονα.
Εκεί όπου αποκρυπτογραφείται και ο πιο ανεπαίσθητος ιριδισμός του αγνώστου και αποκρυσταλλώνεται η αρχική σκέψη, για να πρφοποιηθεί σε ερωτική συγκίνηση.
Στους ποιητικούς βηματισμούς που ακολουθούν αυτοί που συνομωτούν με το όνειρο.
Εκεί που κράτος και εξουσία έχει μονάχα ο έρωτας.

"Ο λυρισμός είναι το δάκρυ της ψυχής, η ισορροπία του ωραίου και του νοητού, της μεγάλης κατάφασης του νερού που στα χείλη ή στο χέρι στάζει τις στάλες ολόκληρου σύννεφου, που αφού περιπλανήθηκε στους ουρανούς, ακουμπά το ακριβό του ύδωρ, στα εκφραστικά μέσα χειραγώγησης με σοφή αναλογία χωρίς να συνθλίβεται.
Τούτο το δάκρυ ακολουθούν οι μυημένοι ή μη επιδιώκοντας με την θέαση να στάξει και στην δική τους ψυχή."

ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ Εικαστικού & Ποιητικού Έργου Σοφίας Μελεμενίδου-Ελένης Χατζηπουλίδου


Ο Λυρισμός είναι το Δάκρυ της Ψυχής ( από την Σοφία Στρέζου)

Διανοήματα που εξελίσσονται και καταλήγουν γεννήματα Τέχνης υπάρχουν εν δυνάμει σε όλους. Κάποιοι από αυτούς προχωρούν, ακολουθώντας μοναχικούς βηματισμούς στην ενδοχώρα της ψυχής, για να εκφράσουν και να υλοποιήσουν το άμορφο, που σαρκώνεται σε Τέχνη.
Καθώς η τέχνη δεν περιορίζεται σε στεγανά και πρότυπα υλοποιείται, ακολουθώντας διαφορετικούς δρόμους έκφρασης κάθε φορά, για να καταλήξει στο Αριστοτελικό "Θαυμάζειν". Γιατί αυτός ακριβώς είναι ο σκοπός κάθε δημιουργήματος, πέρα από την προσωπική λύτρωση του δημιουργού.
Έτσι λοιπόν η θέαση γεννά ποικίλα συναισθήματα όσα και οι θεατές. Η ενέργεια κάθε καλλιτεχνήματος περνάει μέσα τους. Παραμερίζουν και ταυτόχρονα ξυπνούν τις παράλληλες βιωματικές, στον άτλαντα των συναισθημάτων. Άλλωστε η εποπτεία ενός έργου, έχει να κάνει με το εγώ και την στάση που παίρνει απέναντι στο αντικείμενο. Οι αναλογίες δηλαδή και πως αυτές καθρεφτίζονται στην ψυχοσύνθεση των θεατών.
Αναζητώντας την λυρική πνοή σε πονήματα, βρίσκουμε την γυμνή αλήθεια του καλλιτέχνη, που σμιλεύεται για χάρη του ωραίου, επιδιώκοντας να βρούμε εκείνη την ελάχιστη λάμψη που ήταν η αφορμή, για να εξελιχθεί σε τέχνη η αφετηρία και το σκλαβωμένο του όραμα. Μορφοποιείται το αφηρημένο σε αναλογίες και διαστάσεις, σύμφωνα με τη θελκτική και ζητούμενη έκφραση του Δημιουργού.
Στατικός και εμπειρικός υλισμός αναπτύσσονται σε χειρόγραφα με λέξεις, σε παλέτες με χρώματα, σε μάρμαρα με σμίλη ή σε άλλες μορφές με διαφορετικά υλικά για να λειτουργήσει η διαλεκτική με το έργο. Η κατάθεση κάθε φορά, ξεκινά από την εσωτερική ανάγκη του δημιουργού να εκφράσει το ανέκφραστο, να συλλάβει τον έξαλλο ρυθμό και να τον τιθασεύσει στα μέτρα και τους κανόνες μιας κανονιστικής αισθητικής στη σημειολογία της τέχνης. Γίνεται φορέας της καλλιτεχνικής μοίρας του κοινοποιώντας απρόσιτα πάθη και πόθους ζωής, επιδιώκοντας την απολύτρωση του πνεύματος, μετασχηματίζοντάς το σε λυτρωτική Τέχνη. Η τραυματισμένη ψυχή θα επουλωθεί στις αποπερατώσεις του πνευματικού μόχθου Του, χωρίς πανικό αλλά με γαλήνη θα σκιαγραφήσει τα ταξίδια στις απέραντες εκτάσεις των αισθητικών αξιών, που διαποτίστηκαν από ζωτικούς χυμούς, για ν' ανθήσει η χλωρίδα της δημιουργίας.

Ο Λυρισμός είναι το Δάκρυ της Ψυχής, είναι η διαρκής προσπάθεια του δημιουργού να γνωρίσει τον εαυτό του μέσα από την ανάδυση του υποσυνείδητου, καθώς εκεί κατοικούν η έμπνευση κι οραματισμός, που με δύναμη απλώνονται και τοποθετούνται σε επιλεγμένα οχήματα έκφρασης. Εικόνες υπόγειων ρευμάτων που αναβλύζουν τον ανθρώπινο συναισθηματισμό, μιας νοητικής και συγκινησιακής δραστηριότητας, χρησιμοποιώντας την ενέργεια ως διέξοδο στην τοπογραφία της Τέχνης, αφού προηγουμένως δαμαστούν και υποβληθούν στην πειθαρχία λογικών συνειρμών.
Οι κατεργασμένες συνθέσεις, δημιουργούν αισθητικές συγκινήσεις στο αρχιτεκτονημένο οικοδόμημα, όπου θαυμάζεται η άθληση του πνεύματος από τους λάτρεις που αρέσκονται στην θέαση ρωμαλέων αφηγήσεων καρδιάς. Παρατηρείται ή μάλλον εποπτεύεται η επιρροή της ευαισθησίας και της διάθεσης, στην ασταμάτητη δοκιμασία της αισθητικής συνείδησης, μέχρι το έργο να παραδοθεί και να εκτεθεί στα μάτια τρίτων. Η μεγάλη σιωπή που κυοφόρησε αισθήσεις, τώρα γίνονται θεατές, απτές, έχουν υπόσταση και πυκνότητα, καθώς μεταλαμβάνονται τα συγκινησιακά κίνητρα του καλλιτέχνη.
Η ενσυναίσθηση και αποκρυπτογράφηση της ρευστότητας των αλχημιστών της τέχνης που αδειάζουν, όσο αυτό είναι βέβαια μπορετό, το νοητικό περιεχόμενο για να το αναπληρώσουν με συναισθηματικό. Για τούτο άλλωστε και ο λυρισμός δεν δυναστεύει την τέχνη με κανονιστικές αντιλήψεις. Υπηρετεί το ωραίο και τις εκφάνσεις του. Υποβάλει συγκινησιακά την παρακολούθηση του δρώμενου και την υπαινικτικότητα της ονειρικής κατάστασης και του πειραματισμού του έργου και της καταγωγής του. Είναι το ιδεατό που δεν εξοστρακίζεται, αλλά αντίθετα αγγίζει και δημιουργεί ανάλογες ανασκαφές στο υποσυνείδητο εκείνου που το παρακολουθεί. Τούτη η μετάπλαση, κατορθώνει μια προσωπική προσέγγιση και συγκίνηση ανάλογα πάντα με την υποκειμενική ευαισθησία του καθενός. Η "Ορφική" εξήγηση κατά τον Μαλαρμέ, που είναι δηλαδή η μυστικιστική ερμηνεία του έργου από το υποκείμενο.

Ο Λυρισμός είναι το Δάκρυ της Ψυχής, είναι εκείνο το συναίσθημα που συγκινεί στη θέαση ενός έργου και συνταράσσει το βάθος της ψυχής, που βρίσκεται έξω από τον αισθητό κόσμο, υποβάλλοντας έτσι το ιδεατό του έργου. Είναι το μαγικό κλειδί που ανοίγει την πύλη του αγνώστου με την μαγεία και την δύναμη του αντικειμένου, με το ειδικό βάρος της σύνθεσης, στην νοητική διεργασία της έμπνευσης. Είναι η συνάρτηση εικόνων, γεγονότων, ιδεών που ανταποκρίνονται στην έναρθρη εκφραστική του μέσου.
Η φυγή προς τον εσωτερικό κόσμο, είναι η αφετηρία του λυρισμού, για τούτο κι εμπεριέχει τον πόνο και την γλυκύτητα της ψυχής, που προσπαθεί να αφυπνίσει έναν κόσμο μη αισθητό, καθώς βρίσκεται βυθισμένος στη νάρκη των αισθήσεων. Τούτον τον κόσμο τον μορφοποιεί. Είναι το σκίρτημα της ιδέας που σαρκώνεται, υλοποιώντας το όραμα με εικόνες, που τοπιογραφούνται μέσα στο όνειρο της αρχικής σύλληψης της ιδέας. Οι ιριδισμοί και οι αποχρώσεις που συνθέτουν την πολυπλοκότητα του φυλακισμένου αγνώστου, είναι που μεθούν τον δημιουργό, καθώς η ιδέα αφυπνίζεται και φιλτραρισμένη πια, έρχεται να καταταχθεί στο είδος που υπηρετεί.
Αφομοιώνει και εμψυχώνει με το εγώ του δημιουργού όλα όσα συμβαίνουν γύρω του. Δομεί με πλαστικότητα ονείρου τις χίμαιρες που ακολουθεί. Η ψυχική ιστορία εκχωρείται από το άλογο που γίνεται έλλογο. Με αρτιότητα και πληρότητα κατακτά τους μαιάνδρους της αθανασίας αν και με ανάσα θανάτου, περισώζει τους ακατάπαυστους μεταβολισμούς της τέχνης.

Ο λυρισμός είναι το δάκρυ της ψυχής. Είναι η αποκρυστάλλωση της αρχικής σκέψης ως την τελική έκφραση, με την συγκίνηση να έρχεται φυσιολογικά, λειτουργώντας διαμετακομιστικά, ως τον ιδεώδη χώρο της συμφιλίωσης με το σύμπαν. Είναι η φιλοσοφία της φυγής στη μεγάλη περιπλάνηση του πνεύματος να κυριαρχήσει και να κυριαρχηθεί από την ύλη, για να μπορεί να οικοδομεί τα έργα του. Θα πρέπει βέβαια οι συνειρμοί των υλικών, να είναι συνειρμοί ιδεών της τέχνης του δημιουργού, με φορτισμένους υπαινιγμούς συγκίνησης. Οι ταλαντώσεις της μνήμης και η ανάκληση περασμένων στιγμών, τεμαχισμένων γεγονότων και περιστατικών, δημιουργούν το συναισθηματικό ιδεώδες που πάνω του χτίζεται η τέχνη των μετασχηματισμών της μνήμης στις συνειδησιακές επαληθεύσεις, στην μεγάλη προσπάθεια της κατάλυσης, για να λυτρωθεί η πλαστικότητα του πλασμένου ονείρου.
Η αναδημιουργία είναι η μυστικιστική έφεση του καλλιτέχνη. Ανακαλούνται εικόνες που συντελέστηκαν κατά την διάρκεια του ονείρου, που προκλήθηκαν από το συναίσθημα, με την νόηση να παρεμβαίνει, για να συντονίσει, να τακτοποιήσει, να ρυθμίσει και να χαλιναγωγήσει την ορμή της συγκινησιακής φαντασίας.
Ο δημιουργός δεν επιλέγει την μοίρα, εκείνη τον διαλέγει, για να βιώσει την προσωπική του μυθολογία μέσα από το έργο του, χωρίς περικοπές κι εκπτώσεις, στον μύθο που αναπτύσσεται, από το υποσυνείδητο των βραδέων αναφλέξεων, στο βασίλειο της τέχνης. Επέρχεται η συμφιλίωση του καλλιτέχνη με τον άνθρωπο και τον βαθύτερο εαυτό του καθώς γίνεται δια μέσου της τέχνης, υποτάσσοντας ορμές κι ένστικτα όχι πλέον παθητικά, αλλά με επίγνωση και σεβασμό στη μοίρα που όρισε αυτόν εκπρόσωπο έκφρασης κι ανάδειξης συγκεκριμένου τοπίου.

Ο λυρισμός είναι το δάκρυ της ψυχής, η ισορροπία του ωραίου και του νοητού, της μεγάλης κατάφασης του νερού που στα χείλη ή στο χέρι στάζει τις στάλες ολόκληρου σύννεφου, που αφού περιπλανήθηκε στους ουρανούς, ακουμπά το ακριβό του ύδωρ, στα εκφραστικά μέσα χειραγώγησης με σοφή αναλογία χωρίς να συνθλίβεται.
Τούτο το δάκρυ ακολουθούν οι μυημένοι ή μη επιδιώκοντας με την θέαση να στάξει και στην δική τους ψυχή.
Αναγνωρίστε το....

ΘΟΔΩΡΗΣ ΒΟΡΙΑΣ - Πυγολαμπίδες (३३ χαϊκού)


Το περιοδικό «ΟΚΤΑΣΕΛΙΔΟ του Μπιλιέτου» για την περίοδο Ιανουάριος-Φεβρουάριος 2011 φιλοξενεί τις ΠΥΓΟΛΑΜΠΙΔΕΣ του Θοδωρή Βοριά. Πρόκειται για 33 χαϊκού του ποιητή, με ακριβά αποστάγματα λέξεων και συναισθημάτων.

«Όταν νυχτώνει
τα μολύβια δε γράφουν,
γίνονται σφαίρες.»

Η ακριβοθώρητη ποίηση του Θοδωρή Βοριά διασταυρώνεται με την τεχνική των χαϊκού, για μας δώσει δείγματα υψηλής αισθητικής και συμπυκνωμένης γραφής με νοήματα που επιδιώκουν ν’ αφυπνίσουν αισθήσεις. Οι λέξεις γίνονται ξιφολόγχες που τρυπούν στίχους, αγιάζοντας τα ποιήματα.
Η νύχτα χωρά στη μνήμη που αναπλάθει πόνο και θλίψη, φως και σκοτάδι, για να επιστρέψουν σκιές και σιωπές στα περιθώρια σελίδων της ποιητικής γεωγραφίας.

«Ξέρω πως κρύβεις
ένα κομμάτι νύχτας
μέσα στην τσέπη.»

Στα χαϊκού ο λόγος γίνεται πυκνός, ελλειπτικός επομένως και πιο δύσκολος ώστε να συμπεριλάβει όλα εκείνα που θάθελε ο ποιητής να καταθέσει. Παρ’ όλα αυτά ο Θοδωρής Βοριάς αποδεικνύει την δυνατότητά του να γράψει το ίδιο καλά και στο συγκεκριμένο είδος. Αναδεικνύει την αλληλεγγύη της μιας γραφής προς την άλλη, δουλεύοντας αισθητικά τα νοήματα στο ρυθμό μιας άλλης τεχνικής, υπηρετώντας πάντα με σεβασμό την τέχνη του. Υποτάσσεται στην ανάσα και τον βηματισμό μιας εσώτερης ειλικρινής ανάγκης που εναρμονίζεται με χάρη, υπερασπιζόμενος τον Ποιητικό Λόγο.

«Αδιάλλακτη
σιωπή δρεπανηφόρος
σφάζει τις νύχτες.»

«Όταν ο ήλιος
ξεμένει από βέλη
στη γη νυχτώνει.»

Η υποσυνείδητη πηγαία πνοή κατακτά αβίαστα την μορφή του συγκεκριμένου είδους με τόλμη, καθώς ορίζεται μέσα στην ιστορία της προσωπικής ατομικότητας που αφορά όμως και την προσωπική ατομικότητα των αναγνωστών. Η έκταση του περιεχόμενου νοήματος ενός ποιήματος ακουμπά, σε κείνη την εξαϋλωμένη ευγένεια που αποπνέουν οι στίχοι, δίνοντας την δυνατότητα στην ψυχή να συλλάβει το ωραίο που της δίνεται. Έτσι απλά φτάνει και αναδημιουργεί λυτρωτικά το δημιούργημα. Υψώνεται μαζί με τον δημιουργό, αφού προηγουμένως έχει καταδυθεί ως την μυθική ενσυναίσθηση του ποιητή.

«Έσταξε θλίψη,
το χώμα ήπιε νύχτα,
φύτρωσαν σκιές.»

«Δράκοι της νύχτας
καταπίνουν αστέρια
και σκόρπιους στίχους.»

Ο Θοδωρής Βοριάς με την ποίησή του καταφέρνει να μας μεταφέρει εικόνες από αγνοημένους τόπους, που διατηρούν την οικειότητα με εύγλωττο και κατανοητό τρόπο, με πλήρη συγκίνηση. Διακρίνουμε μια αρετή μέτρου ,χωρίς υπερβολικά μεγέθη, θυσιάζοντας τα γιγάντια στα ανθρώπινα. Έτσι φθάνει να κερδίσει την πειθαρχία στον Λόγο, με ευλύγιστη ισορροπία στο οικοδόμημα της ποίησης. Μορφοποιεί και τιθασεύει τις λέξεις στις κανονιστικές αντιλήψεις του αυστηρού πλαισίου των χαϊκού (5-7-5), χωρίς να χάνει την αισθητική ουσία των ποιημάτων.

«Δεν είσαι δάσος,
πευκοβελόνα είσαι
στο μανίκι μου.»

Η φαντασία ακολουθεί τις δικές της διαδρομές στο ύφος και τις λεκτικές αποχρώσεις του ποιητή, γυρεύοντας ν’ αποκαλύψουμε την δική μας αλήθεια, μέσα από την αλήθεια του δημιουργού. Ας την αναζητήσουμε στις ΠΥΓΟΛΑΜΠΙΔΕΣ του Θοδωρή Βοριά και τα 33 χαϊκού που φιλοξενούνται στο ΟΚΤΑΣΕΛΙΔΟ του Μπιλιέτου, Ιανουάριος-Φεβρουάριος 2011. Καλοτάξιδο…

«Έσβησε το φως
-το σκοτάδι ασελγεί
στη φαντασία.»